ΟΙΚΙΑ ΚΑΙ ΠΟΤΟΠΟΙΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΙΝΑΠΙΔΗ ΣΤΟ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ

Κείμενο του Στέφανου Κ. Σιναπίδη (Ιατρού – Καρδιολόγου)

Το περιεχόμενο του κειμένου αποτέλεσε ομιλία του γράφοντος, στον εορτασμό των Ευρωπαϊκών Ημερών Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2025, που πραγματοποιήθηκε στο χώρο του Λαογραφικού Μουσείου Διδυμοτείχου, με θέμα : «Αρχιτεκτονική μιας άλλης εποχής στην οδό Ιωάννη Βατάτζη στο Διδυμότειχο».

Ο Ιδρυτής

Ζωγραφιά της οικίας Σιναπίδη από την κ. Jackie Hussey Πουλουκτσή.

Ο ιδρυτής της Ποτοποιίας και Οινοποιίας «Σιναπίδη», ήταν ο Σιναπίδης Βασίλειος ο οποίος ξεκίνησε την ενασχόληση του με το επάγγελμα του οινοποιού – ποτοποιού, το 1863 με έδρα το Διδυμότειχο. Το επίθετο Σιναπίδης (Σινάπογλου επί τουρκοκρατίας) προέρχεται από την πόλη Σινώπη του Πόντου. Ο Σιναπίδης Βασίλειος κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο το 1854 με την παρότρυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πήγε ως εθελοντής μαζί με άλλους Έλληνες, να πολεμήσει στο πλευρό των Τούρκων και των άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων (Αγγλία, Ιταλία, Γαλλία) στον πόλεμο εναντίον των Ρώσων που προωθούσαν τότε τον Πανσλαβισμό. Ο πόλεμος όμως τελείωσε και οι εθελοντές έφτασαν μέχρι την πόλη Σινώπη στον δρόμο για την Κριμαία. Όταν αργότερα άρχισαν να δίδονται επίθετα στους κατοίκους του Διδυμοτείχου, επήρε το επίθετο Σιναπίδης (δηλ αυτός που έφτασε ως την Σινώπη, Σινάπ στα τούρκικα).

Επαγγελματική δραστηριότητα στο Διδυμότειχο μετά τον πόλεμο

Το αρχοντικό της οικογένειας Σιναπίδη.

Ο Σιναπίδης Βασίλειος, συγκέντρωνε σταφύλια από ντόπιες ποικιλίες της Επαρχίας Διδυμοτείχου και κυρίως από τα χωριά Λάβαρα, Ψαθάδες, Πετράδες και φυσικά και από το Διδυμότειχο, και παρήγαγε κρασί σε νοικιασμένο οίκημα (γνωστό ως «καζαναριό»), κοντά στην Εκκλησία της Παναγίας στην οδό Βατάτζη, όπου σήμερα σώζεται ένα τμήμα του οικήματος. Παράλληλα διέθετε και «καζάνια», αποστακτήρες (άμβυκες) όπου παραγόταν από στέμφυλα (τσίπουρα) το τσίπουρο με απόσταξη.

Το 1870 ο Σιναπίδης Βασίλειος με τη σύζυγό του Βασιλική (καταγόμενη από την Άρτα, κόρη κτιστάδων που ήρθαν στο Διδυμότειχο) μετακινήθηκαν στην πόλη Τσαντώ ή Τσάντα της Σηλυβρίας στην Ανατολική Θράκη από την άλλη μεριά του ποταμού Έβρου, όπου ασχολήθηκαν με την παραγωγή κρασιού και την λιανική πώληση του. Η πόλη Τσαντώ ή Τσάντα είχε μεγάλη παραγωγή και δυνατότητες (από εκεί προέρχεται και ο οινοποιός Τσάνταλης).

Επιστροφή της οικογένειας Σιναπίδη στο Διδυμότειχο

Το αρχοντικό της οικογένειας Σιναπίδη.

Το ζεύγος Σιναπίδη έμεινε στην Τσαντώ μέχρι το 1890 οπότε και επέστρεψαν ξανά στο Διδυμότειχο, αφού απέκτησαν αρκετά χρήματα. Εν τω μεταξύ είχαν γεννηθεί και τα επτά παιδιά τους. Η Μαργίτσα (1870-1960), ο Αλέξανδρος (1876-1924), ο Σωτήριος (1879-1970), ο Στέφανος (1873-1901), η Χρηστίτσα (1882-1973), η Κατίνα (1889-1986) και ο Θεμιστοκλής (1890-1970).

Η Μαργαρίτα Παπαδοπούλου είχε 4 παιδιά (την Σουλτάνα, τον Κώστα διετέλεσε και Δήμαρχος, τον Βασίλης και τον Δημήτρης). Ο Αλέξανδρος δύο παιδιά (Βασίλειος 1915, Μαρίκα 1916), ο Σωτήριος πέντε παιδιά (Βασίλης 1921, Νίτσα 1924, Αριστείδης 1927, Κώστας 1928, Αλέκος 1935), η Χρηστίτσα Δερμεντζόγλου έξι παιδιά (Χρήστος, Λάμπος 1921, Βασίλης, Κατίνα, Σωκράτης), η Κατίνα Ροκίδου ένα παιδί την Τασούλα 1922 και ο Θεμιστοκλής τέσσερα κορίτσια (Ευδοκία, Αλεξάνδρα, Αθηνά, Ευσεβία).

Με τα χρήματα που μάζεψαν ξαναέστησαν στον ίδιο χώρο που νοίκιαζαν και τώρα είχαν αγοράσει, την επιχείρηση παραγωγής κρασιού και τσίπουρου, αλλά και την χονδρική και λιανική πώληση αυτών. Ταυτόχρονα έκαναν και εισαγωγή καθαρού οινοπνεύματος από την Οδησσό της Ρωσίας, που το χρησιμοποιούσαν για την παραγωγή ούζου. Το ούζο που παραγόταν από το καθαρό οινόπνευμα είχε τότε μεγαλύτερη αξία και ζητούνταν περισσότερο απ’ ότι το τσίπουρο από την απόσταξη, που θεωρούνταν παρακατιανό. Το οινόπνευμα ερχόταν από την Οδησσό με καράβι μέχρι την Κωνσταντινούπολη και από εκεί σιδηροδρομικώς στο Διδυμότειχο.

Η οικία και επαγγελματική στέγη Σιναπίδη

Το αρχοντικό της οικογένειας Σιναπίδη.

Το 1909 οι γιοί του Βασιλείου Σιναπίδη, αδερφοί Σωτήριος και Αλέξανδρος οικοδομούν πάνω στην οδό Βατάτζη ένα τριώροφο κτίριο για κατοικία (διατηρητέο σήμερα), ενώ στο υπόγειο γινόταν η παραγωγή κρασιού, η απόσταξη για τσίπουρο και η παρασκευή ούζου από εισαγόμενο οινόπνευμα. Το υπόγειο του σπιτιού είχε εξοπλιστεί με τεράστια ξύλινα βαρέλια (μπόμπες) προερχόμενα από την Οδησσό, μερικά σώζονται ακόμη και σήμερα.

Τότε η οδός Βατάτζη ήταν κεντρική εμπορική οδός της πόλης που ξεκινούσε από την Εκκλησία της Παναγίας και ανηφόριζε περνώντας από το αρχοντικό Σιναπίδη, του Γιουρτσόγλου (έμπορος και ποτοποιός περιστασιακά το 1957), το ποτοποιείο του Βαλτσίδη (Βαλτσίδης Ιωάννης ποτοποιός από το 1937 έως 1957), του Ρακιτζή (Ρακιτζής Αθανάσιος ποτοποιός από το 1930, και στην συνέχεια τον διαδέχθηκαν τα παιδιά του : Ρακιτζής Θεόδωρος και Γεώργιος) και συνεχιζόταν στα «γεμενετζίδικα» (σημερινή οδός Καντακουζηνού στο μικρό Τζαμί). Η εξήγηση ήταν, ότι οι Τούρκοι απαγόρευαν τα ποτοπωλεία στο κέντρο γύρω από το Μεγάλο Τέμενος.

«Αποικιακά» Αφοί Σιναπίδη

Η ταμπέλα του καταστήματος : Αποικιακά Αφοί Σιναπίδη.

Έτσι μόνο μετά την απελευθέρωση (Μάιος 1920), το 1923 χτίζεται στο κέντρο, το κεντρικό μαγαζί «Αποικιακά» Αφοί Σιναπίδη που λειτουργεί ως Παντοπωλείο και Ποτοποιείο με μεγάλη κατανάλωση. Τότε πεθαίνει ο Αλέξανδρος Σιναπίδης.

Το 1930 οι Σωτήριος και Θεμιστοκλής Σιναπίδης αγοράζουν ένα παλιό χάνι επί της οδού Βατάτζη και χτίζουν σπίτι και ταυτόχρονα και έναν νέο χώρο παραγωγής οινοπνευματωδών ποτών και λιανικής πώλησης. Το σπίτι περιήλθε στη συνέχεια στον Θεμιστοκλή Σιναπίδη (σώζεται σήμερα). Ο Θεμιστοκλής είχε τέσσερις κόρες που φυσικά, δεν ασχολήθηκαν με το επάγγελμα.

Επί δικτατορίας Μεταξά χρειάζεται πλέον οι ποτοποιοί να εκδώσουν άδεια για να εμπορεύονται το οινόπνευμα, την πρώτη ύλη για να φτιάχνουν οινοπνευματώδη ποτά.

Το κατάστημα των Σιναπίδη στο κέντρο του Διδυμοτείχου.

Η παραγωγή κρασιού σταματάει σταδιακά λόγω ελλείψεως σταφυλιών και ικανοποιητικής και επαρκούς καλλιέργειας αμπελιών, οπότε σταματάει και η απόσταξη και η παραγωγή τσίπουρου γιατί δεν συνέφερε οικονομικά. Αντίθετα ακμάζει η παρασκευή ούζου και ηδύποτων από καθαρό οινόπνευμα που είναι και καλής ποιότητας και ασφαλές και διαθέσιμο όλες τις εποχές του έτους. Έτσι η απόσταξη σταματάει οριστικά το 1953 και η παραγωγή ντόπιου κρασιού για εμπορία, το 1961.

Το ούζο παρασκευαζόταν από καθαρή αλκοόλη, νερό μαστίχα σε συγκεκριμένες αναλογίες. Τα ηδύποτα από αλκοόλη, νερό, αιθέρια έλαια (εσάνς) και φυτικές χρωστικές που ερχόταν από Γαλλία και Ολλανδία (μέσω αντιπροσώπων τους στην Αθήνα). Η κατανάλωση έφτανε και τα 1000 κιλά ούζου το μήνα.

Το παντοπωλείο των αδερφών Σιναπίδη.

Το 1957 η ποτοποιία περνάει στους Αφούς Αριστείδη και Κώστα Σιναπίδη (γιοί του Σωτήρη Σιναπίδη), έως το 1988 οπότε με την συνταξιοδότηση τους σταματάει η επιχείρηση γιατί σταδιακά το ελληνικό κράτος είχε βάλει τεράστιες προϋποθέσεις και προδιαγραφές για την παρασκευή οινοπνευματωδών ποτών, με σκοπό να κλείσει τις μικρές μονάδες παραγωγής «χύμα» ποτών προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων και των εμφιαλωμένων.

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved