ΟΙ ΓΕΜΕΝΕΤΖΗΔΕΣ, ΕΝΑ ΕΥΡΩΣΤΟ ΕΣΝΑΦΙ ΤΟΥ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ – ΜΑΥΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ 110 ΧΡΟΝΩΝ

Κείμενο & Φωτογραφία: Φωτεινή Γραμμενίδου

Οι γεμενετζήδες[1] μαζί με τους κουντουράδες[2] υπήρξαν ένα από τα εύρωστα εσνάφια του Διδυμοτείχου, με δράση που χαρακτηρίζονταν από πολυμέρεια. Το αρχείο του[3] αποκαλύπτει εκτός από τις επαγγελματικές δραστηριότητές του, τη συμμετοχή του σε όλα τα σημαντικά ζητήματα του τόπου, με αγαθοεργίες, οικονομική ενίσχυση εκπαιδευτικών και εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, δωρεές για εθνικούς σκοπούς κ.ά.

Φωτογραφία από το παλιό Διδυμότειχο.

Η συντεχνία των σανδαλοποιών και των υποδηματοποιών, όπως καταγράφτηκε, κάθε χρόνο τελούσε αρτοκλασία προς τιμήν του αγίου Σπυρίδωνα. Το ίδιο έγινε και το 1914 -όχι όμως σε εκκλησία. Είχε προηγηθεί η απόφαση διακοπής της λειτουργίας ναών και σχολείων, σε ολόκληρη την οθωμανική επικράτεια, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γερμανό Ε΄ σε ένδειξη διαμαρτυρίας και πένθους. Μετά το Μαύρο Πάσχα, εν μέσω της δίνης των διωγμών, του ξεριζωμού και των δολοφονιών χιλιάδων Θρακιωτών της Ανατολικής Θράκης από το 1913 και ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα της Βόρειας Θράκης, τώρα, περισσότερο από ποτέ, είχαν την ανάγκη να προστρέξουν στον προστάτη τους άγιο, ελπίζοντας στη μεσιτεία του και προσδοκώντας την πρόνοιά του.

Μαύρο Πάσχα 1914

«Φοβηθήτω, δέσποτα, πάσα ενέργεια σατανική, πάν δαιμόνιον, πάσα επιβουλή του αντικειμένου, πάσα πληγή, πάσα μάστιξ, πάσα αλγηδών, πάς πόνος ή ράπισμα…». Εκείνη η αρτοκλασία πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του Νικολάου Βασιλείου ανήμερα της γιορτής του Αγίου Σπυρίδωνος. Βαριά ατμόσφαιρα, βρεγμένα μάτια, πικραμένα στόματα. Οι γεμενετζήδες, άλλοτε εσνάφι αγέρωχο και ζωντανό, απ’ τα καλύτερα του Διδυμοτείχου, προσεύχονταν στον άγιό τους από τα τάγματα εργασίας, τα εφιαλτικά αμελέ-ταμπουρού. Μάστοροι και Καλφάδες όλοι απόντες. Μόνο τα ονόματά τους ανακατεύονταν μέσα στα θυμιατά και μνημονεύονταν. Παράτησαν στους πάγκους την καρδιά τους και κατάχαμα τα σφυράκια, τις τανάλιες και τις πρόκες τους να τα τρώει η σκουριά. Τα κουντουράδικα και τα τσαγκάρικα ξώμειναν μανταλωμένα. Σώματα και ψυχές βουτηγμένες στις λάσπες και τη σήψη.

Από τους 65 μαστόρους του ισναφιού των γεμενετζήδων απέμειναν 8 να τηρούν τα πατροπαράδοτα. Εξακολουθούσαν την αρτοκλασία εις ανάμνηση των δεινών της πατρίδας και εις μνημόσυνο των μαρτυρικών θανάτων των μελών του που βρίσκονταν πλέον στο Πάνθεο των Εθνικών Ηρώων.

Πηγές:

Γουρίδης Α. Διδυμότειχο, μια άγνωστη πρωτεύουσα, 2006 ∙

Ευθυμίου Π. Γ., Η παιδεία εν Διδυμοτείχω κατά την Τουρκοκρατίαν, 1955 ∙ Μανάκας Δ., Διδυμότειχον, 1957.

[1] Σανδαλοποιοί, κατασκευαστές ευτελών υποδημάτων.

[2] Υποδηματοποιοί.

[3] Πρόκειται για το μόνο συντεχνιακό αρχείο του Διδυμοτείχου που έχει εντοπιστεί προς το παρόν.

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved