ΘΡΑΚΗΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΑ – ΖΩΝΤΑΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΑ

Διάλεξη της αρχαιολόγου Δέσποινας Μακροπούλου στον Μορφωτικό Όμιλο Κομοτηνής στις 15 Δεκεμβρίου 2008.

Παρακάτω παραθέτουμε απόσπασμα από την εν λόγω διάλεξη που αφορά το Διδυμότειχο και την περιφέρειά του.

Το Κάστρο του Διδυμοτείχου και ο Ερυθροπόταμος.

Το κάστρον του Διδυμοτείχου βρίσκεται στην όχθη του Ερυθροπόταμου, παραπόταμου του Έβρου. Η περίοδος της μέγιστης ακμής και δύναμης του κάστρου είναι οι 13ος και 14ος αιώνες. Ο πυρήνας των τειχών της πόλης περιλαμβάνεται στα οχυρωματικά έργα του αυτοκράτορα Ιουστινιανού τον 6ο αιώνα, όπως μαρτυρεί ο Προκόπιος ο Καισαρεύς στο έργο του Περί κτισμάτων. Αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη προερχόμενα από τη γειτονική Πλωτινόπολη εντοιχίστηκαν στην οχύρωση. Από τότε και μέχρι την Παλαιολόγεια περίοδο τα τείχη συντηρούνταν, συμπληρώνονταν και ανακατασκευάζονταν, γιατί η φροντίδα αυτή ήταν απαραίτητη προκειμένου το κάστρο του Διδυμοτείχου να παραμείνει απόρθητο. Τα εξωτερικά τείχη με τους 25 ή 26 πύργους εκτείνονταν σε μήκος περί τα 1400 μέτρα. Τους πύργους κοσμούν επιγραφές, κεραμοπλαστικά κοσμήματα και μονογράμματα που ανήκαν σε κάποιο από τα μέλη της βυζαντινής οικογένειας των Ταρχανειωτών. Πιθανότατα του πρωτοστράτωρος Κωνσταντίνου Ταρχανειώτη, διοικητή του αυτοκρατορικού στόλου στα 1351-1352 και άρχοντα του Διδυμοτείχου. Ορισμένοι επιστήμονες υποθέτουν ότι πρόκειται για τον πρωτοστράτορα Μιχαήλ Δούκα Γλαβά Ταρχανειώτη, ο οποίος κατά την περίοδο 1303-1306 είχε επισκευάσει σειρά κάστρων στη Θράκη και τον Εύξεινο Πόντο ή για τον Μανουήλ Ταρχανειώτη τον αποκαλούμενο Κουρτίκη, συγγενή και αξιωματούχο του αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού ή ακόμη και αυτοκράτορες του 13ου-14ου αι.

Το βυζαντινό κάστρο του Διδυμοτείχου δεσπόζει σήμερα πάνω από τη σύγχρονη πόλη και οι κάτοικοι το αποκαλούν Καλέ.

Λαξευμένο σπήλαιο κάτω από τον πύργο της βασιλοπούλας, το οποίο χρησιμοποιούνταν ως χριστιανικός ναός.

Οι Διδυμοτειχίτες κατοικούσαν είτε μέσα στο κάστρο είτε έξω από αυτό, στους πρόποδες του υψώματος. Το 2007 καθώς ο Δήμος Διδυμοτείχου απομάκρυνε τα παραπήγματα των αθιγγάνων στους πρόποδες του Καλέ, αποκαλύφθηκαν κάτω από τον πύργο τον επιλεγόμενο της βασιλοπούλας 13 σπηλαιώδη λαξεύματα στο φυσικό βράχο (υπόσκαφα) με αρχαιότερη διαπιστωμένη χρήση στους ύστερους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Είχαν χρησιμοποιηθεί σαν πίσω δωμάτια των γύφτικων σπιτιών και τα τοιχώματά τους είχαν καλυφθεί με ποικιλόχρωμα επιχρίσματα. Τέτοια λαξεύματα υπάρχουν πολλά στο Διδυμότειχο μέσα και έξω από τον Καλέ, η κατασκευή τους ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους και θεωρούνται, ότι είχαν χρησιμοποιηθεί σαν κελάρια των βυζαντινών σπιτιών και δεξαμενές νερού. Ένα σπήλαιο από αυτά είχε λαξευτεί και χρησιμοποιούνταν ως χριστιανικός ναός.

Στον Καλέ μπορεί κανείς να επισκεφθεί:

  • το ναϋδριο της Αγίας Αικατερίνης, πιθανόν ταφικό παρεκκλήσι κάποιας οικογένειας ευγενών των χρόνων των Παλαιολόγων (πριν από τα μέσα του 14ου αιώνα),

  • το προσκυνητάρι του Αγίου Δημητρίου με τον άγιο να σκοτώνει το Βούλγαρο τσάρο Καλογιάννη που κατέστρεψε το Διδυμότειχο το 1206 και τα 4 μονογράμματα που διαβάζονται ως Ανδρόνικος Ραούλ Ασάνης Παλαιολόγος (1342),

  • το ναό του Σωτήρος Χριστού, του 1846, πιθανόν στη θέση της βυζαντινής μονής του Χριστού Παντοκράτορος με την αμφιπρόσωπη παλαιολόγεια εικόνα της Παναγίας Η ΔημοτυχΗΤΗσα, τη δεσποτική εικόνα του Χριστού και το υπέροχο ξυλόγλυπτο τέμπλο,

  • το μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου, του 1834, έργο του Κάλφα Μιχαήλ στη θέση του μεταβυζαντινού ναού και παλιότερα καθολικού βυζαντινού μοναστηριού, με ξυλόγλυπτο ενυπόγραφο τέμπλο: Σταμάτης Νικολάου Μαδυτηνός/Μάρτιος,

  • το βυζαντινό κτίσμα δίπλα στον Άγιο Αθανάσιο είναι ταφικό παρεκκλήσι, πιθανόν τμήμα του Καθολικού της Πατριαρχικής μονής της Οδηγητρίας (14ος αιώνα).

  • τον αρμένικο ναό του Αγίου Γεωργίου (Σουρπ Κεβόρκ) του 1828-1831, χτισμένο από τον Γιάννη Κάλφα στη θέση παλαιού αρμένικου ναού που με τη σειρά του ήταν κτισμένος στη θέση του βυζαντινού ναού του Αγίου Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτη, συνδεδεμένου με τη στέψη του Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού ως αυτοκράτορα το 1341.

  • Πήγα στο Διδυμότειχο, όμορφη πολιτεία, οχυρωμένη με διπλή ζώνη τειχών. Από τη μια μεριά την προστατεύει το ποτάμι κι από την άλλη ισχυρό κάστρο χτισμένο πάνω σ’ ένα στρογγυλό ύψωμα. Μέσα στο κάστρο υπάρχει ένα καστράκι, όπου ο Τούρκος, έτσι μου είπαν, φυλάει τους θησαυρούς του. Κάπου 300 σπίτια είναι χτισμένα μέσα στα τείχη γράφει ο Bertrandon de la Brocquière το 1432. Έτσι εξηγείται η μεγάλη επιθυμία των κατοίκων, που είναι να αντικρύσουν επιτέλους το θησαυρό που κρύβεται στις Σαράντα Κάμαρες, τόπο στην κορυφή του Καλέ. Στο Διδυμότειχο υπήρχαν ακόμη μεντρεσέ (ιεροδιδασκαλείο) του σουλτάνου Βαγιαζήτ, δύο κερβάν σεράι και 15 και πλέον τεκέδες.

Το Διδυμότειχο κατακτήθηκε στα 1361 από τον Χατζή Ιλπεγί. Λίγα χρόνια μετά –το 1369- κατακτήθηκε η Αδριανούπολη. Η Αδριανούπολη διετέλεσε πρώτη πρωτεύουσα των Οθωμανών στην Ευρώπη, όμως ώσπου να ετοιμασθεί για πρωτεύουσα, ο Mουράτ A’ εγκαταστάθηκε στο Διδυμότειχο και το όρισε πρωτεύουσά του.

Το Τέμενος Βαγιαζήτ πριν την καταστροφική πυρκαγιά.

Στην κεντρική πλατεία του Διδυμοτείχου υψώνεται το τζαμί Βαγιαζήτ, ένα από τα πιο μεγαλόπρεπα οθωμανικά τεμένη στον ελλαδικό χώρο και όχι μόνον. Η ανέγερση του άρχισε από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ τον Γιλντιρίμ (Κεραυνό) και εγκαινιάστηκε από το γιό του σουλτάνο Μεχμέτ Α’ το Μάρτιο του 1420. Είναι τετράπλευρο κτίριο με πάχος τοίχων περί τα 2,50 μ. που καλύπτεται με τετρακλινή στέγη. Φαίνεται ότι είχε σχεδιασθεί για να στεγάζεται με τρούλο, το σχέδιο αυτό όμως δεν εκτελέστηκε τελικά

Εσωτερικά στον κεντρικό χώρο διαμορφώνεται διακοσμητικός ξύλινος έγχρωμος θόλος. Στο νότιο τοίχο, πάνω από το μιχράμπ (ιερό), σώζεται παράσταση στην οποία εικονίζεται ουράνια πόλη. Οι υπόλοιποι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με καλλιγραφικά γράμματα, ρητά και γνωμικά από το Κοράνι, όπως κοσμούνται τα παλιά τζαμιά.

Άλλα οθωμανικά μνημεία του Διδυμοτείχου είναι:

  • τα Λουτρά του Φεριντούν Αχμέντ Μπεγκ απέναντι από το Τέμενος Βαγιαζήτ (1571/1572).

  • το ταφικό μνημείο του Ορούτς πασά, γνωστό ως Πυροστιά ή Τρίποδας δίπλα στο δημοτικό κατάστημα (ΒΑ του μουσουλμανικού νεκροταφείου) και

  • τα Λουτρά των Ψιθύρων (ίδρυσε ο Ορούτς πασά περί το 1400) στις όχθες του Ερυθροπόταμου. Να πώς βγαίνει η γοητευτική ονομασία: Ο Εβλιά Τσελεμπή (1667) περιγράφει: το Χαμάμ Φισηλδή έχει άφθονο νερό και αερίζεται θαυμάσια. Κι είναι χτισμένο με τέχνη. Εκεί μέσα αναπαύεται η ψυχή σου. Κάτω από την καμάρα υπάρχει ένα άνοιγμα. Αν καθίσεις κάτω από την καμάρα και βάλεις το στόμα σου σ’ αυτό το άνοιγμα και μιλήσεις, η φωνή σου ακούγεται δυνατά και καθαρά από κείνον που κάθεται στην άλλη άκρη του λουτρού. Κι έτσι γίνεται κανονικό λακριντί. Γι’ αυτό το λόγο λέγεται χαμάμ της χαμηλοκουβέντας (ψιθύρων). Από τούτο το άνοιγμα μπορούν οι ερωτευμένοι να συνεννοηθούν θαυμάσια. Γι’ αυτό και πολλοί το ονομάζουν χαμάμ των κρυφομιλημάτων ή χαμάμ των ψιθυρισμών. 

Το Πύθιο κοντά στο Διδυμότειχο ήταν το πρώτο οχυρό της δυτικής όχθης του Έβρου που έπεσε στα χέρια των Τούρκων στα 1359 ή 1360, ένα χρόνο δηλαδή πριν το Διδυμότειχο. Έγινε το ορμητήριο των Τούρκων για την κατάκτηση της περιοχής. Οι οθωμανικές πηγές παραδίδουν το φρούριο με το καινούριο του όνομα: ΒIRGOS, Μπουργκάζ, Κουλελί Μπουργκάζ (= κάστρο με πύργους), Ίλ μπέη Μπουργκάζ.

Το φρούριο που υπάρχει εκεί χρονολογείται μεταξύ του 1250 και του 1350. Ίσως σύντομα μετά από την ίδρυσή του αναπτύχθηκε ένας μικρός οικισμός που εξακολούθησε να επιβιώνει ακόμη και όταν το κάστρο παροπλίστηκε στρατιωτικά12. Κτήτωρ και ιδιοκτήτης του φρουρίου του Πυθίου ήταν ο Ιωάννης ς’ Καντακουζηνός (1295/6-1383). Το έκτισε ως ταμιείον του, δηλαδή θησαυροφυλάκιο, αποθήκη, ιδιαίτερο ενδιαίτημα.

Το χωριό Πύθιο ήταν πάντα λιγότερο γνωστό για το κάστρο του και περισσότερο γνωστό γιατί εδώ ετάφη ο πατριάρχης Κύριλλος ς’. Ο Κύριλλος γεννήθηκε στο 1769/1775 στην Αδριανούπολη. Διετέλεσε διαδοχικά μητροπολίτης Ικονίου και Αδριανουπόλεως και εξελέγη πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στο 1813. Έπεσε σε δυσμένεια, καθαιρέθηκε στο 1818 και απομακρύνθηκε στην Αδριανούπολη. Εκεί απαγχονίσθηκε την 18η Απριλίου του 1821. Η σωρός του μετά τριήμερον ρίχτηκε στον Έβρο και κάποιος χωρικός την περισυνέλεξε στο Πύθιο και την έθαψε στην αυλή του σπιτιού του.

Ο Ιωάννης Στ’ Καντακουζηνός (1295/6-1383) ήταν αριστοκράτης, φεουδάρχης, μέγας δομέστικος, ισχυρή προσωπικότητα που κυριάρχησε στην πολιτική και στρατιωτική ζωή, ικανός να κατασκευάζει στόλους και να μισθώνει στρατεύματα. Επαναστάτης κατά της νόμιμης κυβερνήσεως της Κωνσταντινουπόλεως, ανταπαιτητής του θρόνου (1341: ανακήρυξη στο Διδυμότειχο, 1346: στέψη στην Αδριανούπολη, 1347: στέψη στην Κωνσταντινούπολη), συναυτοκράτορας (1347-1354), πατέρας ενός συναυτοκράτορα, πεθερός ενός αυτοκράτορα, ενός δεσπότη και ενός οθωμανού σουλτάνου, μοναχός, φυγάδας, διανοούμενος, συγγραφέας, ιστορικός. Το Πύθιο θεωρούνταν το προσωπικό καταφύγιο του, ενώ στο διπλανό Διδυμότειχο ήταν εγκαταστημένη η οικογένεια του.

Ο βόρειος Έβρος:

Σημαντικές θέσεις στο Βόρειο Έβρο είναι:

  • το Πραγγί ή Πραγγίον κοντά στο Πύθιο και το Διδυμότειχο. Στην περιοχή Πανωκκλήσι ή Γνηματούδια, αποκαλύφθηκε το καθολικό μοναστηριού του 12ου-13ου αιώνα

  • το Ορμένιο, όπου βρισκόταν το κάστρο του Τζερνομιάνου,

  • το Αμμόβουνον με κάστρο και

  • πολλοί αξιόλογοι μεταβυζαντινοί ναοί, ανάμεσα στους οποίους: στο Αλεποχώρι ο τοιχογραφημένος ναός του Αγίου Αθανασίου (1729), στους Μεταξάδες ο ιστορημένος ναός του Αγίου Αθανασίου με τοιχογραφίες του 1696/97, στο Παλιούρι ο ιστορημένος ναός της Αγίας Παρασκευής ή Αγίου Παντελεήμονα περί το 1800.

Στο ευρύ κοινό είναι γνωστός και ο μπεκτασικός τεκές της Ρούσσας, που είναι το επίκεντρο των μυστηριακών εκδηλώσεων όλων των Μπεκτασήδων και Κιζιλμπάσηδων της Θράκης και το δεύτερο στον κόσμο Μπεκτασικό ιερό. Ιδρύθηκε από τον Κιζίλ Ντελή το 1402. Αποτελείται από το κονάκι, το μαγειρείο, τον τάφο του ιδρυτή Κιζήλ Ντελή και τον ξενώνα, όλα διατεταγμένα γύρω από την ιερή μουριά.

Στην ανατολική πλευρά του τεκέ δεσπόζει μία τσιμεντένια βρύση η οποία κτίστηκε, κατά την παράδοση των Ερυθροκέφαλων, στο σημείο που οδηγήθηκε από το Θεό, ο αναμμένος δαυλός που εκσφενδόνισε ο ιδρυτής του τεκέ Κιζήλ Ντελή, από το βόρεια βρισκόμενο ύψωμα Χίργια, υποδεικνύοντας το χώρο ίδρυσης.

Όλα τα κτήρια είναι μεταγενέστερα του 1840. Η διαμάχη που υπήρχε ανέκαθεν ανάμεσα στον Μπεκτασισμό και τον Σουννιτισμό κορυφώθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα επί Μαχμούτ Β‘, οπότε καταστράφηκαν όλοι οι απανταχού τεκέδες. Ο τεκές της Ρούσσας ξανακτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1925 το τάγμα των Μπεκτασήδων καταργήθηκε κατά τη Νέα Τουρκική Δημοκρατία και έκτοτε ο τεκές της Ρούσσας αποτελεί το μοναδικό εν ενεργεία θρησκευτικό κέντρο των απανταχού μπεκτασήδων. Ένα ιερό προσκύνημα δηλαδή για τους Κιζηλμπάσηδες (=Κοκκινοκέφαλους) πομάκους (ονομάζονται έτσι γιατί είναι αιρετικοί μουσουλμάνοι που υποχρεώθηκαν μετά το βίαιο εξισλαμισμό τους να φορούν κόκκινο σαρίκι για να ξεχωρίζουν από τους άλλους Μουσουλμάνους). Η αίρεση των Κιζηλμπάσηδων πομάκων έχει κοινά χαρακτηριστικά με το χριστιανισμό στο εορτολόγιό τους και τις αρχαίες μυστηριακές τελετές: σταυρώνουν το ψωμί όταν το κόβουν, κεντάνε σταυρούς στις κάλτσες τους, πίνουν νερό από τα αγιάσματα, επισκέπτονται χριστιανικά ξωκλήσια, τρώνε χοιρινό και πίνουν οινοπνευματώδη. Η γλώσσα τους είναι σλαβική με πολλές αρχαιοελληνικές λέξεις. Κιζηλμπάσηδες κατοικούν στα χωριά της περιοχής Κόρυμβος, Σιδηρώ, Μικρό και Μεγάλο Δέρειο, Ρούσσα, Ανω και Κάτω Μικράκιο, Κισσός, Μεσημέρι και Ουράνια. Γενικά στο Δήμο Ορφέα υπάρχουν και άλλοι 6 μπεκτασίδικοι τεκέδες, όλοι στην περιοχή της Χαλδίνης.

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved