ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΔΙΑΚΟΝΟΣ

Κείμενο του Ιωάννη Α. Σαρσάκη (Καστροπολίτη)

Στην αγιολογική-νέομαρτυρολογική παράδοση του Διδυμοτείχου έχουν καταγραφεί και τα ονόματα των δύο Παρθενίων, του Ιερομονάχου και του Ιεροδιακόνου. Δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί πολλές πηγές για να διαφωτιστεί επαρκώς ο βίος και τα έργα τους, καθώς αυτά με το πέρασμα των χρόνων, των δεινών που επακολούθησαν μετά την επανάσταση του 1821, καθώς και λόγω του ιδίου ονόματος των δύο προσώπων, σε πολλές περιπτώσεις ταυτίζονται, προκαλώντας δυσκολία στην έρευνα και την καταγραφή του βίου τους.

ΆΓΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΑΔΗΣ Ο ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ

Για τον Άγιο Παρθένιο τον Ιερομόναχο : «δεν σώζονται γραπτές μαρτυρίες παρά μόνο το σύντομο σημείωμα της τελευτής του στο Βραβείον της Μονής του Θεολόγου[1] Πάτμου : ¨1805 μαρτίου 5 εμαρτύρησαν τον κυρ παρθένιον τον ασχητήν εις το δι[δυ]μότηχον, ημέρα Κυριακή[2] ευγένοντας από την θείαν λειτουργίαν, τον εχάλασαν, κ(αι) ο Θεός αναπάυση αυτόν¨»[3].

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΑΔΗΣ Ο ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ

Σύμφωνα με το Πατμιακό Λειμωνάριο, ο Παρθένιος χρημάτισε υποτακτικός του Οσίου ιερομονάχου Νήφωνα[4] του Χίου : «προσδραμών και υπ’ αυτού τα της ασκήσεως παιδαγωγηθείς»[5] ενδύθηκε το μοναχικό σχήμα στο : «ιστορικό μοναστήρι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Ικαρίας, το οποίο υπήρξε το ευλογημένο πνευματικό καταφύγιο των θεοφόρων κολλυβάδων ασκητών και κατέστη ένα υποδειγματικό κοινόβιο, αφού επί των ημερών του κτήτορος Οσίου Νήφωνος, ο αριθμός των μοναχών έφθασε τους είκοσι πέντε»[6]. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο πνευματικός πατέρας του Παρθενίου ο Όσιος Νήφων έφυγε από το Άγιον Όρος και μετέβη στην Ικαρία και στην Πάτμο (καθώς και σε άλλα νησιά) λόγω της έριδας με αφορμή την τέλεση των μνημοσύνων τις Κυριακές[7].

Τα επόμενα χρόνια, και αφού έζησε τον μοναχικό του βίο με ταπείνωση και υπακοή αυξάνοντας τις αρετές του, ο Παρθένιος χειροτονήθηκε ιερέας. Προκειμένου όμως να ασκηθεί στην ησυχία, έψαξε ένα ερημικότερο μέρος και έτσι το 1798 αναχώρησε για την Πάτμο. Στο ιερό νησί της Αποκάλυψης ο Παρθένιος : «κατέφθασε με μικρή συνοδεία μοναχών, ενώ παρέλαβε και οικοδόμους από την Ικαρία και την Σάμο προκειμένου να επιδοθεί στην ανέγερση κελλιών. Εκεί του παραχωρήθηκε πεδινή τοποθεσία στα βόρεια της νήσου, όπου ανήγειρε μονύδριο, ενώ η περιοχή έως σήμερα φέρει το όνομά του (Λειβάδι του Παρθενίου ή και Λειβάδι των Καλογήρων)»[8]. Έτσι ξεκίνησε να οικοδομεί : «ναόν και μονύδριον προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου»[9], το οποίο σήμερα είναι γνωστό ως Ιερό Ησυχαστήριον Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λειβαδίου των Καλογήρων[10]. Το : «Κάθισμα στο Λειβάδι του Παρθενίου ή Καλογήρων δεν έπαυσε να αποτελεί τόπο ησυχαστικό και ως εκ τούτου αναφέρονται πολλοί μοναχοί και ιερομόναχοι, αδελφοί της Μονής Αγ. Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, οι οποίοι εγκαταβίωσαν εκεί, όχι μόνον κατά τους παρελθόντες καιρούς αλλά και έως τις μέρες μας»[11].

Η ανάγκη εξεύρεσης χρημάτων για την αποπεράτωση των εργασιών, ώθησε τον Παρθένιο να εγκαταλείψει την Πάτμο και να μεταβεί στη Θράκη και πιο συγκεκριμένα στην Καστροπολιτεία του Διδυμοτείχου.

Στο Διδυμότειχο ο Παρθένιος επιτέλεσε και πνευματικό έργο, καθώς : «ένθα διάγων εκήρυττε τον θείον λόγον, παιδαγωγών εις την κατά Χριστόν ζωήν τους Χριστιανούς»[12].

Επιτελώντας την πνευματική του αποστολή και καθοδηγώντας χριστιανικά το λαό του Διδυμοτείχου, συμβούλεψε και μία νεαρή κοπέλα, η οποία ήταν χριστιανή και είχε ερωτική σχέση με ένα Τούρκο, να τον αφήσει και να μετανοήσει για την πράξη της. Μαθαίνοντας ο Αγαρηνός τις συμβουλές του Παρθενίου οργίστηκε, με αποτέλεσμα : «ούτος εκμανείς ενεδρεύσατο τον μακάριον έξω του ιερού ναού, εν ω την αναίμακτον επετέλει θυσίαν, και εφόνευσεν αυτόν εξερχόμενον, πλήξας αυτόν θανασίμως διά πυροβόλου όπλου βολής»[13]. Ήταν Κυριακή 5 Μαρτίου του 1805, όταν ο μακάριος Παρθένιος εξεμέτρησε το ζην του πρόσκαιρου βίου και ανήλθε προς τον Ουράνιο Πατέρα, την εποχή εκείνη μητροπολίτης Διδυμοτείχου ήταν ο πρώην Βελεγράδων Μελέτιος (1803-1814). Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, ο ναός που ιερούργησε και κατόπιν δολοφονήθηκε ο Παρθένιος, ήταν ο βυζαντινός ναός επάνω στο κάστρο του Διδυμοτείχου, του οποίου τα ερείπια βρίσκονται σήμερα δίπλα στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου.

ΆΓΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΣ 

Ο Ιεροδιάκονος Παρθένιος έζησε στα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το 1805, οι πηγές που σχετίζονται με το βίο του είναι ελάχιστες και αφορούν διάσωση των παραδόσεων που συνδέονται με τη δράση και το όνομά του, και ως ένα βαθμό συγχέονται με τον βίο του Ιερομονάχου Παρθενίου που παραθέσαμε ανωτέρω.

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Ο ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΣ

Σύμφωνα με τον αείμνηστο δάσκαλο του Διδυμοτείχου Δημήτριο Μανάκα, ο λόγος που θανατώθηκε μαρτυρικά από τους Τούρκους ο Ιεροδιάκονος Παρθένιος, είναι διότι αντιτάχθηκε στην επιλογή της Κυριακής ως ημέρας πραγματοποίησης της εβδομαδιαίας λαϊκής αγοράς. Συγκεκριμένα γράφει τα εξής : «Ενώ μέχρι του 1804 η εβδομαδιαία αγορά εγίνετο το Σάββατον, κατόπιν εισηγήσεων παρά τω εκπροσώπω της (Οθωμανικής) Κυβερνήσεως, όλων των αλλοθρήσκων, μετετέθη αυτή εν ημέρα Κυριακή»[14]. Παρακάτω ο αείμνηστος δάσκαλος αναφέρει ότι, εκείνη την εποχή ο Παρθένιος ασκήτευε στη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής Διδυμοτείχου και ότι αντέδρασε σθεναρά κατά αυτής της απόφασης. Σε κάθε ομιλία του από το ιερό βήμα τόνιζε, ότι η απόφαση αυτή προσβάλει την Πίστη των Χριστιανών και ότι αντίκειται στους κανόνες της Εκκλησίας μας. Αποτέλεσμα αυτών των πύρινων λόγων, ήταν να απέχουν όλοι οι Ρωμηοί του Διδυμοτείχου και της περιφερείας του από την αγορά της Κυριακής.

Η όλη κατάσταση βεβαίως έφερε μια μεγάλη σύγχυση στην κοινότητα του Διδυμοτείχου, η οποία αποτελούνταν από Έλληνες (Ρωμηούς), Τούρκους, Εβραίους και Αρμενίους. Αποτέλεσμα αυτής της πόλωσης ήταν να παραδοθεί ο Παρθένιος : «εις τον φανατισθέντα όχλον και να υποστεί μαρτυρικόν θάνατον κατά το 1805»[15]. Ο Απόστολος Ευθυμιάδης στο περισπούδαστο έργο του ¨Η συμβολή της Θράκης στους απελευθερωτικούς αγώνες του έθνους¨, γράφει σχετικά με το μαρτύριο του Ιεροδιακόνου Παρθενίου τα εξής : «Οι Τούρκοι, όταν πληροφορήθηκαν για το, κατά τα ανωτέρω, αντιτιθέμενο στις αποφάσεις τους κήρυγμα του Παρθενίου, παραμόνευσαν έξω από τον Ιερό ναό και κατά την έξοδο εξ αυτού του Παρθενίου επετέθησαν εναντίον του και τον εκακοποίησαν, αφού δε τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, αξιώνοντας ταυτόχρονα την απ’ αυτόν αποκήρυξη του Χριστού και την προσχώρηση του στον ισλαμισμό, τον εθανάτωσαν στο δρόμο και μπροστά στα μάτια των χριστιανών, οι οποίοι με πόνο ψυχής παρακολουθούσαν το μαρτύριο του Αγίου Παρθενίου»[16].

Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ

Κατά μία διασωθείσα τοπική παράδοση, η περιοχή όπου θανάτωσαν τον Ιεροδιάκονο Παρθένιο ήταν στο δρόμο, όπου σήμερα βρίσκεται ο Ιερός Ενοριακός Ναός της Κοίμησης Θεοτόκου Διδυμοτείχου. Εκείνη την εποχή βεβαίως δεν υπήρχε ο υπόψη ναός, καθώς : «όπως αναγράφεται στον ¨Κώδικα Γ’¨ της Ιεράς Μητροπόλεως (Διδυμοτείχου), ο ναός (της Κοίμησης Θεοτόκου) έχει ανεγερθεί στη θέση του ιστορικού ναού της Αγίας Σοφίας, ¨εν τω μαχαλά του Διδυμοτείχου¨, δηλαδή εκτός των τειχών»[17]. Ο παλαιός ναός ανακαινίσθηκε ένα χρόνο μετά το μαρτύριο του Παρθενίου, το οποίο έλαβε χώρα στις 5 Μαρτίου 1805, γεγονός που αναγράφεται σε : «μαρμάρινη πλάκα εντοιχισμένη επάνω από τη δεξιά πύλη που οδηγεί από το νάρθηκα στον κυρίως ναό ΕΚΕΝΟΥΡΓΗΘΗ ΤΟΥΤΟΣ Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΥΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΝ ΕΤΕΙ ΩΣΤ’ ΜΑΡΤΙΟΥ 5 1806»[18]. Βλέπουμε ότι στην επιγραφή ο ναός αναφέρεται ως ναός της Θεοτόκου και όχι της Αγίας Σοφίας. Όπως όμως και αν ονομαζόταν, αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η ημερομηνία της 5ης Μαρτίου, η οποία συμπίπτει με το μαρτύριο του Ιεροδιακόνου Παρθενίου (καθώς βεβαίως και του Ιερομονάχου Παρθενίου). Το ότι συμπίπτουν οι ημερομηνίες, ενδεχομένως να είναι ένα τυχαίο γεγονός, μπορούμε όμως να υποθέσουμε, ότι ο ναός υπέστη μεγάλες ζημιές από τον τουρκικό όχλο, κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του Αγίου Παρθενίου, ως αντίποινα για τη στάση των Ρωμηών της πόλης, οι οποίοι αμφισβήτησαν την εντολή για το παζάρι της Κυριακής. Εν συνεχεία μετά από ένα χρόνο ο ναός «εκενουργήθη» από τους Διδυμοτειχίτες, και ορίστηκε ως ημερομηνία ανακαίνισής του η ημέρα του μαρτυρίου του, προκειμένου να τιμήσουν τον Νεομάρτυρα Παρθένιο. Όσον αφορά την ημερομηνία θανάτωσης του Ιεροδιακόνου Παρθενίου, θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι σε συναξάρια αναγράφεται και η 15η Μαρτίου[19].

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΓΙΩΝ    

Κοινό σημείο για τους βίους των δύο Παρθενίων (πέραν του ονόματός τους), είναι το έτος και ο μήνας του μαρτυρίου τους, καθώς αυτό προσδιορίζεται κατά το Μάρτιο του 1805. Όσον αφορά τη διατάραξη της Κυριακής αργίας από τους Οθωμανούς και την αντίδρασή του ιεροδιακόνου Παρθενίου, ως αιτία μαρτυρίου του, θα πρέπει να μνημονεύσουμε, ότι ο μητροπολίτης Ρόδου Κύριλλος Καλογεράκης, στο συναξάρι που συνέγραψε για τον Άγιο Παρθένιο τον Ιερομόναχο αναφέρει, ότι όταν ήρθε στο Διδυμότειχο και κήρυττε το θείο λόγο, μεταξύ άλλων, νουθετούσε του χριστιανούς «εντελλόμενος αυτοίς την εν Κυριακή αργίαν»[20]. Τους προέτρεψε δηλαδή και αυτός, να τηρούν την αργία της Κυριακής, γεγονός που καταδεικνύει την έντονη αντίδραση της τοπικής εκκλησίας έναντι της κυβερνητικής απόφασης για την πραγματοποίηση της αγοράς κατά την ημέρα της Κυριακής, καθώς και τον κοινό αγώνα των δύο αγίων. Επίσης μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Ιεροδιάκονος Παρθένιος ήταν ένας από τους μαθητές του Ιερομονάχου Παρθενίου, και ότι η ημερομηνία του θανάτου του (είτε στις 5 ή στις 15 Μαρτίου του 1805) ταυτίστηκε με αυτή του γέροντά του. Βέβαια δύναται να ισχυριστεί κανείς, ότι οι δύο Παρθένιοι αποτελούν το ένα και το αυτό πρόσωπο, το οποίο μαρτύρησε, και για την αντίδρασή του κατά της επιλογής της Κυριακής ως ημέρας πραγματοποίησης της αγοράς, αλλά και ως πνευματικός καθοδηγητής της νεαρής κοπέλας που την ήθελε ο Τούρκος. Η υπόθεση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί βάσιμη, καθώς οι πηγές αναφέρουν διαφορετικό τρόπο θανάτωσης των δύο νεομαρτύρων. Δεν πρέπει βεβαίως να αγνοήσουμε την παράδοση της περιοχής, που διασώζει τη μνήμη δύο Αγίων Παρθενίων, οι οποίοι έζησαν και μαρτύρησαν και οι δύο την ίδια εποχή στο Διδυμότειχο. Είναι σημαντικό να τονίσουμε την βαρύτητα μιας τοπικής παράδοσης (ιερής ή λαϊκής), καθώς δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι πολλοί ερευνητές που κατά καιρούς την υποβάθμισαν, διαψεύστηκαν και αναγκάστηκαν να αναθεωρήσουν.

Το ταφικό παρεκκλήσι ή το καθολικό της μονής Παναγίας Οδηγήτριας δίπλα στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου

Επιπροσθέτως θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι και για τους δύο αγίους έχει διασωθεί η παράδοση, ότι μετά το θάνατό τους, οι Χριστιανοί του Διδυμοτείχου έθαψαν το σκήνωμά τους ή την κάρα τους στο βυζαντινό ταφικό παρεκκλήσι, το οποίο βρίσκεται δίπλα στον μεταβυζαντινό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου. Συγκεκριμένα ο Δρ Αθανάσιος Γουρίδης γράφει τα εξής : «οι Χριστιανοί θάβουν την κάρα του μάρτυρα (Παρθενίου) δίπλα στο ναό του Αγίου Αθανασίου, όπου πιθανώς αποκαλύφθηκε το 1990, εντός λαξευτού τάφου, ενώ ενταφιάζουν το σώμα χωριστά»[21].

Αναφορικά με το γεγονός ότι ο Ιεροδιάκονος Παρθένιος ασκήτευε στη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής Διδυμοτείχου, θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι ο Αρχιμ. Νικόλαος Βαφείδης στην Ιστορική Πραγματεία[22] που συνέγραψε για την υπόψη Μονή δεν αναφέρει τίποτα για τον Παρθένιο.

Δεν πρέπει να παροράται το γεγονός, ότι λίγα χρόνια μετά το 1805 πραγματοποιήθηκε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, όπου και το Διδυμότειχο πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος. Συγκεκριμένα ο Γουρίδης γράφει τα εξής : «Γεγονός είναι ότι λόγω της εγγύτητας προς την Κωνσταντινούπολη, αλλά και του συμπαγούς και ανθούντος ελληνικού στοιχείου του, το Διδυμότειχο προέβαλε ως εξιλαστήριο θύμα για την εκτόνωση της αντεκδικητικής οργής των Τούρκων. Η παράδοση θέλει τους Χριστιανούς που σφάχτηκαν στην πόλη τον Απρίλιο του 1821 να είναι τόσοι πολλοί, αλλά και τις καταστροφές που υπέστη αυτή από το φανατισμένο όχλο τόσο εκτεταμένες, ώστε από τότε να χρονολογείται η κατάπτωση των δύο σημαντικών ¨βιομηχανιών¨ της πόλης, της αγγειοπλαστικής και της μεταξουργίας. Εκτεταμένες σφαγές και καταστροφές αναφέρονται, επίσης, σε γειτονικά χωριά, όπως το Ισάκ-Πασά (Ισαάκιο), το Σεϋμέν (Ασημένιο) και το Λαλά –Κουρουσού. …… Η πόλη πλήρωσε ακριβά το τίμημα της εξέγερσης. Αντιμετωπίζοντας ενεργά την κατάσταση η εκκλησία διαθέτει σοβαρά ποσά ¨εις ελευθέρωσιν σκλάβων¨, όπως και για νεκροθάφτες λοιμικών νόσων»[23].

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε πως με τόσα δεινά που πέρασαν οι άνθρωποι του Διδυμοτείχου, δεν είναι παράξενο τα επόμενα χρόνια να ξεχαστούν και να συγχέονται πρόσωπα και καταστάσεις. Ευελπιστούμε στο μέλλον να βρεθούν οι ανάλογες πηγές, όπου θα διαφωτίσουν το θέμα, έτσι ώστε να μπορούμε να εξάγουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα.

ΤΙΜΗ, ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΓΙΩΝ

Η μνήμη του Ιερομονάχου Οσίου Παρθενίου εορτάζεται στην Πάτμο κατά την πρώτη Κυριακή μετά την Κυριακή των Αγίων πάντων (ημέρα κατά την οποία τελείται ο εορτασμός της Συνάξεως των εν Πάτμω Αγίων). Στην Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου η μνήμη του, καθώς και η μνήμη του Ιεροδιακόνου Παρθενίου εορτάζονται μαζί με όλους του εν Διδυμοτείχω διαλάμψαντες αγίους, την Τρίτη Κυριακή του Μαΐου μαζί με τα Ελευθέρια της πόλης του Διδυμοτείχου.

Υποσημειώσεις κειμένου

[1]. Βλ. Φλωρεντής Χρυσόστομος Διάκονος, Βραβείον της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του θεολόγου Πάτμου, Εταιρεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μελετών, Αθήναι 1989, σ. 85. – Θρακικά, Τομ. 10ος, Νεομάρτυρες Θράκης, Εν Αθήναις 1938, σ. 375.

[2]. Μετά από επικοινωνία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών μου επιβεβαίωσαν ότι : «Κατά την ημερομηνία (05/03/1805) ήταν ημέρα Κυριακή (ήταν τότε σε ισχύ το Παλαιό Ημερολόγιο).

[3]. Βλ. Ιωάννης Μελιανός, Πάτμος Ιαν 2020 (από ανέκδοτη εργασία με τίτλο Άγιοι και Όσιοι διαλάμψαντες στη νήσο Πάτμος).

[4]. Ο Όσιος Νήφων κατά κόσμον Νικόλαος από την γενιά των Νικολαράδων, γεννήθηκε το 1736 στα Πατρικά της Χίου. Έμεινε ορφανός από μικρή ηλικία και οι περιστάσεις που έζησε τον οδήγησαν στο Άγιον Όρος. Μόνασε στην Μόνη Μέγιστης Λαύρας και στην Σκήτη του Παντοκράτορας. Η έριδα των μνημοσύνων και η όξυνση της κατάστασης στην Αθωνική πολιτεία στα τέλη του 1772 ανάγκασαν πολλού κολλυβάδες, όπως και τον Άγιο Νήφωνα να εγκαταλείψουν το Άγιον Όρος. Έτσι ο Άγιος Νήφων μετά τη Χίο, τη Σάμο και τη Νάξο (όπου τον συνάντησε ο νεαρός τότε Νικόδημος Αγιορείτης), μετέβη στην Πάτμο, όπου γνωρίστηκε με τον Άγιο Μακάριο Κορίνθου. Εν συνεχεία έχτισε ένα εκκλησάκι του Ευαγγελισμού στους Λειψούς, όπου έμεινε για λίγους μήνες. Το 1775 στην Ικαρία ίδρυσε στην θέση Λευκάδα, την Μόνη της Ευαγγελιστρίας. Μεταξύ των μοναχών της μονής, ήταν και ο Σκιαθίτης Γρηγόριος Χατζησταμάτης, ο οποίος μετά τον θάνατο του πατέρα του κληρονόμησε μεγάλη περιούσια στο νησί της Σκιάθου. Έχοντας λοιπόν αυτή την μεγάλη περιουσία ο Γρηγόριος έπεισε τον Νήφωνα να μεταβούν στην καταπράσινη Σκιάθο και να οικοδομήσουν νέα Μόνη. Πράγματι, το 1794  άρχισε να χτίζεται η Μονή Ευαγγελισμού και το 1797 έγινε Σταυροπηγιακή. Οι εργασίες κατασκευής του συγκροτήματος της Μόνης ολοκληρώθηκαν το 1806 και κατέστη το κέντρο των «Κολλυβάδων». Ο Όσιος Νήφων κοιμήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου του 1809. Πηγή : Δημητρακόπουλου Φώτιου, Ο Όσιος Νήφων (1736-1809) και η Ιερά Μονή Ευαγγελισμού Σκιάθου, Εκδόσεις Ergo, Αθήνα 2004.

[5]. Βλ. Κυρίλλου Καλογεράκη Μητροπολίτου Ρόδου, Πατμιακόν Λειμωνάριον, Έκδοση Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Ιερά Πάτμος 2007, σ. 170.

[6]. Βλ. Θεοδωρόπουλος Γ. Αριστείδης, Ο Όσιος Νήφων (1736-1809) ο ηγιασμένος των Κολλυβάδων.

[7]. Οι Κολλυβάδες έβλεπον μετά πολλής δυσπιστίας τα νέα ρεύματα και εμάχοντο υπέρ της Ορθοδόξου παραδόσεως, κατά τας αντιλήψεις αυτών. Η αντίδρασίς των, ως ήδη ελέχθη, εστράφη και κατά ενίων μοναχών του Αγίου Όρους, οι οποίοι επεθύμουν να τελούν τα μνημόσυνα κατά την ημέραν της Κυριακής, δια να προσαρμοσθούν ούτοι εις τας νέας βιοτικάς και κοινωνικάς συνθήκας. Η ενέργεια αυτή προσέκρουσε εις τας αντιλήψεις και την νοοτροπίαν των δυσπίστων έναντι πάσης μεταρρυθμιστικής ιδέας μοναχών και προεκλήθη ούτως η επί εκατόν περίπου έτη διαρκέσασα έρις περί των μνημοσύνων. Πηγή : Τζώγας Χαρίλαος, Η περί μνημοσύνων έρις εν Αγίω Όρει κατά τον ΙΗ’ αιώνα, Α.Π.Θ. Διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 1969, σ. 14.

[8]. Βλ. Ιωάννης Μελιανός, Ό.π.

[9]. Βλ. Κυρίλλου Καλογεράκη Μητροπολίτου Ρόδου, Ό.π., σ. 170.

[10]. Βλ. www.patmosmonastery.gr, Ιερόν Ησυχαστήριον Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λειβαδίου των Καλογήρων.

[11]. Βλ. Ιωάννης Μελιανός, Ό.π.

[12]. Βλ. Κυρίλλου Καλογεράκη Μητροπολίτου Ρόδου, Ό.π., σ. 170.

[13]. Βλ. Στο Ίδιο, σ. 170.

[14]. Βλ. Δημητρίου Μανάκα, Εκπαιδευτική κατάστασις Διδυμοτείχου και περιχώρων επί Τουρκοκρατίας, Θρακικά, Τομ. 31ος, Εν Αθήναις 1959, σ. 10.

[15]. Βλ. Στο Ίδιο, σ. 10.

[16]. Βλ. Ευθυμιάδη Απόστολου,  Η συμβολή της Θράκης στους απελευθερωτικούς αγώνες του έθνους, Έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Κονδύλη Α.Ε., Αλεξανδρούπολη 2001, σσ. 281-282

[17]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Τα κρυμμένα πρόσωπα του Ιανού-Διδυμότειχο, μία αέναη περιπλάνηση, Έκδοση Δήμου Διδυμοτείχου 2018, σ. 211.

[18]. Βλ. Λουίζα Συνδίκα-Λαούρδα & Ευθυμία Γεωργιάδου-Κούντουρα, Ναοί του 19ου αιώνα στο Διδυμότειχο και στο Σουφλί, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 2001, University Studio Press, σ. 84.

[19]. Βλ. Τσολακίδη Χρήστου, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, Εκδόσεις Τσολακίδη 2012, σ. 1313

[20]. Βλ. Κυρίλλου Καλογεράκη Μητροπολίτου Ρόδου, Ό.π., σ. 170.

[21]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Ό.π., σσ. 159-160.

[22]. Βλ. Αρχιμ. Νικολάου Βαφείδου, Ιστορική Πραγματεία, Το εν Διδυμοτείχω Μοναστήριον το φερόμενον επ΄ονόματι της Ζωοδόχου Πηγής, Εν Διδυμοτείχω 1933

[23]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Ό.π., σ. 158.

Βιβλιογραφία – Πηγές

– Βαφείδη Νικολάου Αρχιμ., Ιστορική Πραγματεία, Το εν Διδυμοτείχω Μοναστήριον το φερόμενον επ΄ονόματι της Ζωοδόχου Πηγής, Εν Διδυμοτείχω 1933.

– Γουρίδη Αθανασίου, Τα κρυμμένα πρόσωπα του Ιανού-Διδυμότειχο, μία αέναη περιπλάνηση, Έκδοση Δήμου Διδυμοτείχου 2018.

– Δημητρακόπουλου Φώτιου, Ο Όσιος Νήφων (1736-1809) και η Ιερά Μονή Ευαγγελισμού Σκιάθου, Εκδόσεις Ergo, Αθήνα 2004.

– Ευθυμιάδη Απόστολου,  Η συμβολή της Θράκης στους απελευθερωτικούς αγώνες του έθνους, Έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Κονδύλη Α.Ε., Αλεξανδρούπολη 2001.

– Θεοδωρόπουλος Γ. Αριστείδης, Ο Όσιος Νήφων (1736-1809) ο ηγιασμένος των Κολλυβάδων, http://athonikoipateres.gr

– Θρακικά, Τομ. 10ος, Νεομάρτυρες Θράκης, Εν Αθήναις 1938.

– Κυρίλλου Καλογεράκη Μητροπολίτου Ρόδου, Πατμιακόν Λειμωνάριον, Έκδοση Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Ιερά Πάτμος 2007.

– Λουίζα Συνδίκα-Λαούρδα & Ευθυμία Γεωργιάδου-Κούντουρα, Ναοί του 19ου αιώνα στο Διδυμότειχο και στο Σουφλί, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 2001, University Studio Press

– Μανάκα Δημητρίου, Εκπαιδευτική κατάστασις Διδυμοτείχου και περιχώρων επί Τουρκοκρατίας, Θρακικά, Τομ. 31ος, Εν Αθήναις 1959.

– Μελιανός Ιωάννης, Πάτμος Ιαν 2020 (από ανέκδοτη εργασία με τίτλο Άγιοι και Όσιοι διαλάμψαντες στη νήσο Πάτμος).

– Τζώγας Χαρίλαος, Η περί μνημοσύνων έρις εν Αγίω Όρει κατά τον ΙΗ’ αιώνα, Α.Π.Θ. Διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 1969.

– Τσολακίδη Χρήστου, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, Εκδόσεις Τσολακίδη 2012.

– Φλωρεντής Χρυσόστομος Διάκονος, Βραβείον της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του θεολόγου Πάτμου, Εταιρεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μελετών, Αθήναι 1989.

www.patmosmonastery.gr, Ιερόν Ησυχαστήριον Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λειβαδίου των Καλογήρων.

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved