Η ΠΛΩΤΙΝΟΠΟΛΗ ΚΑΙ Η «ΧΩΡΑ» ΤΗΣ

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Κων. Σαμσάρη «Ιστορική Γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη Ρωμαϊκή αρχαιότητα» Θεσσαλονίκη 2005.

Α. ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

Σαμσάρη Δημήτρη – Ιστορική γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα.

Η Πλωτινόπολη ήταν η Τρίτη πόλη που είχε ιδρύσει ο Τραϊανός στη Δυτική Θράκη και η οποία ονομάστηκε έτσι προς τιμή της συζύγου του Πλωτίνας. Η ταύτιση της θέσης της, που είχε προβληματίσει για πολλά χρόνια του παλαιότερους ερευνητές, βρήκε πια την οριστική της λύση, έτσι σήμερα δεν αμφιβάλλει πια κανείς για την ταύτισή της με τα λείψανα ρωμαϊκών χρόνων, που έχουν διασωθεί στο ανατολικό άκρο του σημερινού Διδυμοτείχου και συγκεκριμένα στη ράχη του χαμηλού βραχώδους λόφου της «Αγίας Πέτρας», πλάι στην αριστερή όχθη του Ερυθροποτάμου και λίγο πριν από τη συμβολή του με τον Έβρο.

Από τα ευρήματα κεραμικής εικάζεται πως η Πλωτινόπολη είχε ιδρυθεί στη θέση αρχαίου θρακικού πολίσματος (αγνώστου ονόματος, αρκετά πιθανή φαίνεται η ταύτισή του με τη Βέννα, η οποία θα ήταν πρωτεύουσα – φυλετικό κέντρο – της Βεννικής που εκτεινόταν στην περιοχή του σημερινού Διδυμοτείχου), που το οικιστικό πεδίο του πολίσματος αυτού, εκτεινόταν τόσο στο λόφο της «Αγίας Πέτρας» όσο και στο λόφο του σημερινού Διδυμοτείχου, στον οποίο πιθανώς βρισκόταν και η ακρόπολή του, αν κρίνει κανείς από τη φυσική του οχύρωση· ο ψηλός βραχώδης και απόκρημνος λόφος του Διδυμοτείχου υψώνεται μέσα σε μια καμπύλη του Ερυθροποτάμου, ο οποίος μοιάζει έτσι με φυσική τάφρο.

Δεν μπορούμε να κρίνουμε με βεβαιότητα αν ο αστικός χώρος της Πλωτινόπολης καταλάμβανε, από την αρχή της ίδρυσής της, και τους δύο λόφους (δηλ. της «Αγίας Πέτρας και του Διδυμοτείχου/Καλέ). Πάντως, από ένα τμήμα τείχους (υστερορωμαϊκών χρόνων) που διασώθηκε στο λόφο του Διδυμοτείχου μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στα χρόνια τουλάχιστον του Διοκλητιανού (Τετραρχίας), όταν η Πλωτινόπολη περιτειχίστηκε, όπως και άλλες πόλεις (π.χ. Τραϊανούπολη κ.α.), τότε ο περίβολός της θα πρέπει να είχε συμπεριλάβει και τους δύο λόφους. Το ίδιο θα είχε γίνει και με την επανοχύρωση της πόλης επί Ιουστινιανού (6ο μ.Χ. αι.)· ο λόφος μάλιστα του Διδυμοτείχου, λόγω της μεγάλης φυσικής του οχυρότητας, θα είχε χρησιμεύσει ως ακρόπολη. Από τον 7ο αιώνα φαίνεται πως οι κάτοικοι της Πλωτινόπολης άρχισαν, για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας, να εγκαταλείπουν σιγά σιγά το λόφο της «Αγίας Πέτρας» και να συγκεντρώνονται στο διπλανό οχυρό λόφο. Έτσι, ο αστικός χώρος της βυζαντινής πόλης, η οποία από τον 9ο αιώνα υπήρξε έδρα επισκοπής, περιορίστηκε πια σ’ ένα μόνο λόφο, ο οποίος επανοχυρώθηκε κατά τη μέση και ύστερη βυζαντινή περίοδο, αφού μετονομάστηκε σε Διδυμότειχο· και με την ονομασία αυτή επέζησε ως τα νεότερα χρόνια.

Ψηφιδωτά δάπεδα στην αρχαία Πλωτινόπολη Διδυμοτείχου.

Η Πλωτινόπολη ιδρύθηκε σε μια θέση εξαιρετικά στρατηγική τόσο από γεωοικονομική όσο κι από γεωσυγκοινωνιακή άποψη. Καταρχήν, από τους λόφους όπου ήταν χτισμένη δέσποζε (προς Δ) σε ολόκληρη την κοιλάδα του Ερυθροποτάμου και (προς Β) στον εύφορο και εκτεταμένο κάμπο της σημερινής Ορεστιάδας, που είχαν συμπεριληφθεί μέσα στα όρια της επικράτειάς της. Έπειτα, η πόλη βρισκόταν πάνω  σ’ ένα πραγματικό σταυροδρόμι χερσαίων και υδάτινων δρόμων. Συγκεκριμένα, έλεγχε ένα σπουδαίο πέρασμα του Ερυθροποτάμου, απ’ όπου περνούσε υποχρεωτικά ο ρωμαϊκός δρόμος (παρακλάδι της Εγνατίας) που οδηγούσε στην Αδριανούπολη. Η διάβαση του ποταμού γινόταν πιθανώς από κάποια ρωμαϊκή γέφυρα που θα υπήρχε στη θέση της σημερινής· και στη συνέχεια ο ρωμαϊκός δρόμος, ακολουθώντας την πορεία της σημερινής εθνικής οδού Αλεξανδρούπολης – Ορεστιάδας, διερχόταν ανάμεσα από τους δύο λόφους και συνέχιζε τη διαδρομή του με βόρεια κατεύθυνση. Επίσης, η πόλη, έτσι καθώς βρισκόταν στην όχθη του Ερυθροποτάμου και σε πολύ μικρή απόσταση από τη συμβολή του με τον Έβρο, είχε επίσης στον έλεγχό της τον υδάτινο δρόμο του πλωτού Έβρου. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η πιθανή ύπαρξη ποταμοπλοΐας – για μικρά πλοιάρια – στον Ερυθροπόταμο, τότε θα πρέπει η Πλωτινόπολη να αποτελούσε ένα αξιόλογο εμπορικό ποταμίσιο λιμάνι[1].

Αν κρίνουμε όμως από τις επανειλημμένες καταστροφές που υπέστη η Πλωτινόπολη και αργότερα το διάδοχό της αστικό κέντρο (Διδυμότειχο), συμπεραίνουμε πως, όταν άρχισαν οι εχθρικές επιδρομές από βορρά, τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της θέσης της έγιναν αντίστροφα μειονεκτήματα, καθώς βρέθηκε αυτή πιο εκτεθειμένη και ευάλωτη στις επιδρομές. Κι αυτό, γιατί οι εισβολείς που ξεχύνονταν από βορρά στον ανοιχτό κάμπο της Ορεστιάδας συναντούσαν στα τείχη της Πλωτινόπολης – Διδυμοτείχου το σοβαρότερο εμπόδιο και την πιο σθεναρή αντίσταση για την κάθοδό τους στη Δυτική Θράκη και στο Αιγαίο. Με άλλα λόγια, η Πλωτινόπολη είχε πια στρατιωτική μόνο σημασία και λειτούργησε σαν πραγματικό ανάχωμα στην πλημμυρίδα των εισβολέων, προστατεύοντας τη φυσική πύλη εισόδου στη Δυτική Θράκη.

Β. Η «ΧΩΡΑ» ΤΗΣ ΠΛΩΤΙΝΟΠΟΛΗΣ

1. Έκταση και όρια

Ο θεός Έβρος και η Πόλις ψηφιδωτό δάπεδο από την αρχαία Πλω τινόπολη Διδυμοτείχου.

Στα χρόνια του Τραϊανού δε υπήρχε άλλη πόλη (ελληνικού τύπου) βορειότερα από την Πλωτινόπολη ως τον Έβρο ποταμό. Για το λόγο αυτόν, εικάζεται πως η «χώρα» της θα είχε συμπεριλάβει – αρχικά τουλάχιστον – την κάτω κοιλάδα του ποταμού Άρδα και γενικά ολόκληρη την εύφορη πεδιάδα της σημερινής Ορεστιάδας. Κατά συνέπεια, τα σύνορά της θα οριζόταν δυτικά από τους πρόποδες της βουνοσειράς, βόρεια και ανατολικά από τον Έβρο ποταμό, ενώ στα νότια θα συνέπιπταν, όπως είδαμε πιο πάνω (Η Τραϊανούπολη και η επικράτειά της) με τα σύνορα των σημερινών επαρχιών Διδυμοτείχου και Σουφλίου.

1. Δάπεδο με υπέροχα ψηφιδωτά από τον αρχαιλογικό χώρο της Πλωτινόπολης.

Λίγο αργότερα, με την ίδρυση της Αδριανούπολης στη συμβολή των ποταμών Τόνζου και Έβρου, τα βόρεια – βορειοανατολικά όρια της «χώρας» των Πλωτινοπολιτών πιθανό να μετατοπίστηκαν νοτιότερα. Στη σκέψη αυτή μας οδηγεί η μεγάλη ακμή της Αδριανούπολης, η οποία θα πρέπει να είχε προικοδοτηθεί από τον ιδρυτή της γενναιόδωρα με την παραχώρηση σε αυτή εκτεταμένης «χώρας». Δεδομένου μάλιστα ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις, όταν δηλαδή μια πόλη ήταν χτισμένη στην όχθη ενός ποταμού, η «χώρα» της συχνά εκτεινόταν και στις δύο μεριές του ποταμού, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ο Αδριανός, για να ευνοήσει την πόλη που ίδρυσε, είχε προβεί πιθανώς σε αναδιανομή των εδαφών που εκτείνονταν μεταξύ Αδριανούπολης και Πλωτινόπολης. Η αναδιανομή αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να αφαιρεθούν εδάφη από το βόρειο τμήμα της «χώρας» της Πλωτινόπολης, που εκτείνονταν στη σημερινή επαρχία Ορεστιάδας, και να παραχωρηθούν στην Αδριανούπολη. Έτσι, η «χώρα» της Πλωτινόπολης περιορίστηκε πιθανώς στην έκταση περίπου της σημερινής επαρχίας Διδυμοτείχου, φτάνοντας προς βορρά ίσως ως το ύψος της Ορεστιάδας.

2. Οικιστική οργάνωση

Με την ιστορική τοπογραφία της «χώρας» της Πλωτινόπολης συμβαίνει το εντελώς αντίθετο απ’ ότι μ’ εκείνη της Τραϊανούπολης. Συγκεκριμένα δεν μας έχει παραδοθεί ως τώρα (από φιλολογικές ή επιγραφικές πηγές) κανένα απολύτως όνομα από τις κώμες της επικράτειάς της, η οποία, καθώς ήταν εκτεταμένη και πολύ εύφορη, θα είχε αρκετές κώμες· εξάλλου οι κάτοικοι αρκετών κωμών της περιοχής θα είχαν λάβει μέρος στο «συνοικισμό» της Πλωτινόπολης. Ωστόσο, έχουν επισημανθεί, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, μερικές μόνο θέσεις (ή ενδείξεις για την ύπαρξη) ρωμαϊκών οικισμών στις σημερινές επαρχίες Διδυμοτείχου και Ορεστιάδας και συγκεκριμένα στην παρόχθια περιοχή των ποταμών Έβρου, Ερυθροποτάμου και Άρδα.

[1]. Για τη σημασία του Έβρου στην ιστορική εξέλιξη της πόλης, ο Ιωάννης Σβορώνος γράφει τα εξής : «Πλωτινόπολις, επί της δεξίας όχθης του Έβρου, κληθείσα από Πλωτίνης της συζύγου του Τραϊανού. Χαλκά αυτοκρατορικών χρόνων από Αντωνίνου του Ευσεβούς μέχρι Καρακάλλα. Επιγρ ΠΛΩΤΕΙΝΟΠΟΛΕΙΤΩΝ, σπανίως μετά του ονόματος του ηγεμόνος. Εκ των μάλλον αξιοσημειώτων τύπων αυτών είναι ο ποτάμιος θεός Έβρος κατακείμενος έχων δε τον ένα πόδα επί αγγείου ανεστραμένου». Ιστορία των Νομισμάτων, τόμος Πρώτος, Εν Αθήναις 1898.

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved