ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΕΝΑ ΑΓΟΡΙ ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ, ΠΟΥ ΣΤΑ ΟΚΤΩ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΗΤΑΝ ΚΙΟΛΑΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΣΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΤΟΥ, ΣΥΡΘΗΚΕ ΩΣ ΚΑΚΟΥΡΓΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΥΦΛΩΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΦΥΛΑΚΙΣΤΕΙ ΙΣΟΒΙΑ. ΗΤΑΝ Ο ΕΓΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΠΟΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΒΑΤΑΤΖΗ, ΤΟΥ ΕΚ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΩΣ.
Κείμενο: Ευάγγελος Σ. Σοβαράς (Καστροπολίτης)
Ανήμερα των Χριστουγέννων, στις 25 Δεκεμβρίου του 1250, γεννήθηκε ένα αγόρι στο βασίλειο της Νίκαιας στη Μικρά Ασία. Ήταν ο μοναδικός γιος του διαδόχου Θεόδωρου και της συζύγου του, Ελένης. Το ανδρόγυνο είχε μόνο κόρες και εκείνα τα Χριστούγεννα ήρθε στον κόσμο το μοναδικό άρρεν τέκνο τους, ο γιος που θα κληρονομούσε τα προνόμια της οικογένειας.
Η γέννηση του υιού του διαδόχου του θρόνου και εγγονού του αυτοκράτορα, ανήμερα της μεγάλης γιορτής της Γέννησης του Χριστού, ήταν φυσικό να θεωρήθηκε ως μεγάλη τύχη. Σε λίγες ημέρες κατά το εθιμικό, το παιδί βαπτίσθηκε και έλαβε το όνομα του παππού του, Ιωάννης.

“Ο Ιωάννης Βατάτζης επί των τειχών” στο Κάστρο Διδυμοτείχου, όπου γεννήθηκε το 1193
Ο παππούς του νεογέννητου ήταν ο αυτοκράτορας του βασιλείου της Νίκαιας, ο γεννημένος στο Διδυμότειχο (1193), βασιλέας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης. Η περίοδος της κυριαρχίας του συμπλήρωνε τις τρεις δεκαετίες (ενθρονίστηκε το 1222), στις οποίες είχε κατορθώσει να εδραιώσει τη θέση του βασιλείου του, ως τη μοναδική διάδοχη κατάσταση Βασιλεύουσας, που παρέμενε Λατινοκρατούμενη από το 1204. Ο ίδιος ο Βατάτζης είχε αναδειχθεί ουσιαστικά σε απελευθερωτή των κατεχομένων περιοχών της αυτοκρατορίας και είχε εκδιώξει τους Φράγκους από περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας και ανέκτησε αρκετά εδάφη στα Βαλκάνια και στη νησιωτική χώρα. Ήταν πλέον ορατό πως πλησίαζε η ώρα της τελικής φάσης για την ανακατάληψη της Πόλης και την αναγέννηση της Ρωμανίας / Βυζαντίου.

Χάρτης της περιόδου της Λατινοκρατίας (1204-1261)
Νεογνό χωρίς μητέρα
Σε λίγους μήνες μετά τη γέννα (1251), έπεσε σαν κεραυνός στο βασίλειο, ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας του Ιωάννη. Η απώλεια της νεαρής συζύγου και μητέρας (σχεδόν 26 ετών), συγκλόνισε τον πατέρα του Θεόδωρο, ο οποίος έπεσε σε βαριά μελαγχολία. Η αδόκητη απώλεια της Ελένης, την οποία είχε νυμφευθεί το 1235 και είχε αποκτήσει μαζί της 5 παιδιά (κατ’ άλλους 6), συνέτριψε ψυχικά τον ήδη καταβεβλημένο σωματικά από την ασθένεια της επιληψίας Θεόδωρο, μέχρι του σημείου να παρουσιάσει τάσεις ακραίου ασκητισμού, προσωπικού εγκλεισμού και αποξένωσης. Ζούσε για καιρό ζωή σχεδόν ασκητική και θρηνολογούσε ως διαρκές πένθος.
Σε επιστολή του προς τον Γ. Ακροπολίτη έγραφε: «Ουδεμία ελπίς δι’εμέ. Το ταξείδιον καταλήγει εις το ναυάγιον, το πλοίον εχάθη. Η ψυχή, ήτις το διευθύνει, καθεύδει, το ιστίον σχίζεται, ένεκεν αμελείας, το πηδάλιον παρεσύρθη. Ο άνεμος είνε ενάντιος, ο ήλιος δύει, η νύξ προχωρεί, η θύελλα αυξάνει, το φορτίον είνε βαρύ, η οδός είνε μακρά, ο χρόνος ολίγος. Το μέλλον αβέβαιον. Το παν είναι φοβερόν, ο κίνδυνος είνε πλησίον και η καταστροφή αναπόφευκτος. Όταν η ναυς της ζωής καταστραφή υπο του χρόνου, όλα τα μέρη της διασκορπίζονται και καταστρέφονται».
Ο Βατάτζης στην αιωνιότητα
Λίγο πριν ο μικρός Ιωάννης γίνει τεσσάρων χρονών, πέθανε και ο ονομαστός παππούς του. Ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης απεβίωσε στις 3 Νοεμβρίου του 1254 στο Νυμφαίο της Μικράς Ασίας και ενταφιάστηκε με μεγάλες τιμές και λαϊκό πένθος στη Μονή Σωτήρος Χριστού των Σωσάνδρων, που είχε κτίσει ο ίδιος. Η βασιλεία του υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη και η δράση του υμνείται ομόφωνα από όλους τους ιστορικούς, σύγχρονους ή μεταγενέστερους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο. Υπήρξε επίσης πολύ αγαπητός στον λαό του και αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του και μετά και την εύρεση του αδιάφθορου λειψάνου του, αναγνωρίστηκε ως Άγιος Ιωάννης Βατάτζης ο Ελεήμων. Σχετικά με το βίο του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη μπορείτε να δείτε, πατώντας εδώ.

Ιωάννης Βατάτζης, έργο του Ευθύμιου (Τιμ) Δημητρίου
Η δυναστεία
Στο βασίλειο της Νίκαιας οι διάδοχοι του ιδρυτή του, Θεόδωρου Α΄ Λάσκαρη, θεωρούνται συνεχιστές της δυναστείας των Λασκαριδών, όμως με την ενθρόνισή του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη το 1222, άνοιξε και η περίοδος της δυναστείας του οίκου των Βατάτζηδων, της οποίας οι φυσικοί κληρονόμοι ήταν ο Θεόδωρος Β’ και ο γιος του Ιωάννης. Έτσι ο Ιωάννης θεωρείται διάδοχος και απόγονος της δυναστείας των Λασκαριδών – Βατάτζηδων.
Το 1254 λοιπόν, μετά το θάνατο του αυτοκράτορα, ανήλθε στο θρόνο της Νίκαιας, ο υιός του Θεόδωρος (ως Θεόδωρος Β’) και πατέρας του μικρού Ιωάννη. Ο Θεόδωρος ήταν μοναχοπαίδι του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, καθώς η μητέρα του Ειρήνη, μετά από ατύχημα (πέσιμο από άλογο), δεν μπόρεσε να τεκνοποιήσει ξανά. Ο Θεόδωρος Β΄ αναφέρεται συχνά από τους ιστορικούς ως Λάσκαρης-Βατάτζης (ή και Δούκας-Λάσκαρης). Το διπλό επίθετο φανερώνει πως είναι γόνος του οίκου των Λασκαριδών (από την πλευρά της μητέρας του) και του οίκου των Βατάτζηδων (από τον πατέρα του). Το διπλό αυτό επίθετο συνοδεύει και τον γιο του, Ιωάννη.

Θεόδωρος Β΄ και Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης, έργο της Δέσποινας Χατζηιωαννίδου – Σαρσάκη
Ο Θεόδωρος Β΄
Ανήμερα των Χριστουγέννων, στις 25 Δεκεμβρίου του 1254, κατά τα τέταρτα γενέθλια του Ιωάννη, έγινε η επίσημη ενθρόνιση του πατέρα του, ως Θεόδωρου Β΄.

Ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης – Βατάτζης
Ο Θεόδωρος υπήρξε άξιος διάδοχος του πατέρα του, καθώς του είχε εμφυσήσει την αγάπη προς τους υπηκόους του, την τιμιότητα και το λιτό βίο. Από στρατιωτικής πλευράς, διεξήγαγε δύο νικηφόρες εκστρατείες κατά των Βουλγάρων, οι οποίοι μετά το θάνατο του πατέρα του προσπάθησαν να καταλάβουν περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Μετά τις επιτυχίες κατά των Βουλγάρων στη Θράκη, το χειμώνα του 1255, γράφει με υπερηφάνεια προς τον δάσκαλό του Νικηφόρο Βλεμμύδη:
«Ο δράκος εξήλθε, αλλά τον εφονεύσαμεν και εκ του πτώματος του ηγείραμεν τρόπαιον εις δόξαν μας. Θαύμασον δι’ όλης της καρδίας σου τα κατορθώματα ταύτα της ελληνικής ανδρείας».
Διέθετε λαμπρή μόρφωση και είχε πλούσια φιλοσοφική και θεολογική κατάρτιση. Δάσκαλοί του ήταν σημαντικές λόγιες μορφές της εποχής του, ο Νικηφόρος Βλεμμύδης και ο Γεώργιος Ακροπολίτης. Ο νέος αυτοκράτορας ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την εκπαίδευση στο κράτος του και ίδρυσε βιβλιοθήκες και σχολεία. Όπως και ο πατέρας του, ήταν συστηματικός υποστηρικτής της χρήσης της ονομασίας «Έλληνες» για το συλλογικό αυτοπροσδιορισμό των Βυζαντινών/ Ρωμαίων.
Υπήρξε ιδιαίτερα ευσεβής και θρησκευόμενος και συνέγραψε αρκετά θεολογικά έργα, όπως τα “Θεωνύμια”, τον «Λόγον εις τε το Μέγα Σάββατο και εις το Πάθος του Κυρίου και εις την Αγίαν Ανάστασιν», όμως το πιο σημαντικό του έργο θεωρείται ο “Μεγάλος Παρακλητικός Κανόνας εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον” (Ποίημα του βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως) που μέχρι σήμερα ψάλλεται ιδιαίτερα κατά την περίοδο του δεκαπενταύγουστου και θεωρείται μία από τις ωραιότερες ακολουθίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο Θεόδωρος Β΄ σε εκστρατεία κατά των Βουλγάρων
Προσπάθησε να αντιμετωπίσει την ολοένα αυξανόμενη δύναμη των μεγαλογαιοκτημόνων και αριστοκρατών. Για το λόγο αυτό στήριξε ιδιαίτερα τους χωρικούς και τους αστούς της περιοχής και από αυτές τις τάξεις προώθησε σε ανώτερα αξιώματα αρκετά ικανά άτομα, ασχέτως πως δεν διέθεταν αριστοκρατική καταγωγή. Επίσης προώθησε μεταρρυθμίσεις στο στράτευμα με σκοπό την σταδιακή δημιουργία καθαρά ελληνικών στρατευμάτων και την απομάκρυνση των Λατίνων μισθοφόρων που συνεργαζόταν με την αριστοκρατία. Η τακτική του αυτή προκάλεσε την αντίδραση της αριστοκρατίας, των ευγενών, αλλά και των μισθοφόρων, οι οποίοι σταδιακά οργανώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του στρατηγού Μιχαήλ Παλαιολόγου, ο οποίος αρχικά κατέφυγε στο σουλτάνο του Ικονίου να ζητήσει βοήθεια για την ανατροπή του Θεοδώρου Β΄. Όταν δεν τελεσφόρησε ο σκοπός του, επέστρεψε στη Νίκαια και ορκίστηκε πίστη και αφοσίωση στο βασιλιά.

Η Μονή Σωσσάνδρων όπως σώζεται σήμερα
Έπασχε από επιληψία βαριάς μορφής και με το πέρασμα του χρόνου η επιδείνωση της υγείας του, του προκαλούσε αδυναμία να ασκήσει τακτικά τα καθήκοντά του. Καθώς η υγεία του χειροτέρευε, o Θεόδωρος φέρεται να αποσύρθηκε στη Μονή των Σωσάνδρων, στο Νυμφαίο, όπου είχε ταφεί ο πατέρας του. Εκεί φρόντισε να αναθέσει την επιμέλεια του κράτους και του ανήλικου γιου του. Έτσι όρισε δύο επιτρόπους – αντιβασιλείς, τον πατριάρχη Αρσένιο Αυτωρειανό και τον πρωτοβεστιάριο Γεώργιο Μουζάλωνα, ο οποίος ήταν επιστήθιος φίλος του, όμως δεν διέθετε αριστοκρατική καταγωγή. Τελικά ο Θεόδωρος Β΄ άφησε την τελευταία του πνοή τον Αύγουστο του 1258 σε ηλικία 36 ετών, μετά από κρίση επιληψίας. Σχετικά με το βίο του Θεόδωρου Β΄, μπορείτε να δείτε, πατήστε εδώ.
Ιωάννης Δ΄, ο 77ος αυτοκράτορας
Ο Ιωάννης δεν ήταν ούτε οκτώ ετών, όταν έχασε και τον πατέρα του. Την ίδια μέρα κιόλας έγινε η ανάρρησή του στο θρόνο, ως Ιωάννης Δ΄. Ήταν ο 77ος αυτοκράτορας που ανήλθε στο θρόνο του ιδρυτή Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Μικρογραφία με τον Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρη-Βατάτζη, από χειρόγραφο του 15ου αιώνα, στην “Ιστορία” του Ιωάννη Ζωναρά
Εννέα ημέρες μετά τον θάνατο του Θεόδωρου B’ και ενώ ετελείτο το μνημόσυνο του νεκρού βασιλιά, Φράγκοι μισθοφόροι με εντολή του Μιχαήλ Παλαιολόγου, εισήλθαν κατέσφαξαν εντός του ναού, τον Μουζάλωνα και τους αδελφούς του. Όταν λοιπόν συγκεντρώθηκαν στην Μονή Σωτήρος Χριστού των Σωσάνδρων, όπου είχε ταφεί ο Θεόδωρος Β΄ (όπως και ο πατέρας του Ιωάννης Βατάτζης), για παραστούν στο μνημόσυνο του, εισέβαλαν οι Λατίνοι και τους σκότωσαν με απίστευτη αγριότητα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι ο Γεώργιος κατέφυγε στο ιερό του ναού και κατεσφάγη επί της Αγίας Τράπεζας, ενώ στο τέλος για να ταφεί η σωρός του, αναγκάστηκαν να μαζέψουν τα μέλη του σε ένα σάκο.
Μετά από μερικές μέρες η συνέλευση των ισχυρών του βασιλείου, ανάθεσε την αντιβασιλεία στον Μιχαήλ Παλαιολόγο και του απένειμε τον τίτλο του δεσπότη. Ο Παλαιολόγος δεν αρκέστηκε μόνο στους τίτλους, ήθελε πάση θυσία να καταλάβει το θρόνο.
Ο πατριάρχης Αρσένιος παρέμεινε πιστός στη νομιμότητα και στη δυναστεία των Λασκαριδών – Βατάτζηδων. Ο Παλαιολόγος με πολύ κόπο κατάφερε να τον πείσει ώστε να τον στέψει συναυτοκράτορα του νεαρού Ιωάννη, υποσχόμενος ότι θα σεβαστεί τα επί του θρόνου δικαιώματα του ανήλικου βασιλέως. Την Πρωτοχρονιά του 1259 ο Παλαιολόγος στέφθηκε στη Νίκαια συναυτοκράτορας, ως Μιχαήλ Η΄, με τον οκτάχρονο Ιωάννη στο πλάι του, δηλώνοντας πως στηρίζει τη νομιμότητα και υποσχόμενος πως θα ακολουθήσει η επίσημη στέψη του Ιωάννη Δ΄, όταν πλέον ενηλικιωθεί. Είχε ήδη συντελεστεί η πρώτη φάση του σφετερισμού του θρόνου!
Ανακατάληψη της Πόλης
Στις 25 Ιουλίου του 1261 όμως ο στρατηγός (καίσαρας) Αλέξιος Στρατηγόπουλος και ενώ βρισκόταν σε αναγνωριστική επιχείρηση προς τη Βουλγαρία, πραγματοποίησε αιφνιδιαστική είσοδο στην Κωνσταντινούπολη και την κατέλαβε χωρίς αντίσταση, καθώς απουσίασε μεγάλος αριθμός των Λατινικών στρατευμάτων. Μετά από 57 χρόνια Φραγκοκρατίας, η Πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου επέστρεψε στα χέρια των Βυζαντινών.

Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος εισήλθε ως ελευθερωτής από τη Χρυσή Πύλη στη Βασιλεύουσα
Στις 15 Αυγούστου 1261 ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος εισήλθε πεζός ως ελευθερωτής από τη Χρυσή Πύλη στη Βασιλεύουσα, με προπομπό την εικόνα της Οδηγήτριας την οποία κατέθεσε στην Αγία Σοφία. Σε αυτόν, τον σφετεριστή του θρόνου, έτυχε η τιμή να αποκαταστήσει την αυτοκρατορία των Ρωμαίων στην “κοινή των Ρωμαίων πατρίδα” και να ονομαστεί “Νέος Κωνσταντίνος”, τιμή ισάξια με εκείνη του ιδρυτή της Πόλης. Ο Μιχαήλ εγκαταστάθηκε στο Μέγα Παλάτιο, όπου οργάνωσε την δεύτερη πράξη του σχεδίου του.
Λίγες ημέρες αργότερα έφθασε στην Κωνσταντινούπολη και ο πατριάρχης Αρσένιος και τον Σεπτέμβριο του 1261 έστεψε τον Μιχαήλ Η’ για δεύτερη φορά βασιλέα και αυτοκράτορα των Ρωμαίων στην Αγία Σοφία, μαζί με τη σύζυγό του Θεοδώρα. Το όνομα του Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη-Βατάτζη δεν μνημονεύτηκε διόλου κατά την τελετή της στέψης. Ο Μιχαήλ το επόμενο διάστημα πάντρεψε τις ανύπανδρες κόρες του Θεόδωρου Β’ με ξένους ευγενείς και έτσι τις απομάκρυνε από τη Βασιλεύουσα, ώστε να μην υπάρχει σκέψη ή δυνατότητα να διεκδικήσουν τον θρόνο. Ταυτόχρονα έθεσε σε αυστηρή απομόνωση τον Ιωάννη Δ΄ στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας.
Το Μαρτύριο του ανήλικου Βασιλιά
Πλησιάζοντας τα Χριστούγεννα, οι άνθρωποι του Παλαιολόγου μετέφεραν τον Ιωάννη, στον Πύργο της Χηλής (*) στα ανατολικά της Πόλης, στις ακτές του Ευξείνου Πόντου.
Άραγε με ποια δικαιολογία τον ξεγελάσανε; Ίσως, τάχα πως πάνε στην Πόλη για να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα και τα γενέθλια του; Ποιος να ξέρει;
Ανήμερα των Χριστουγέννων, στις 25 Δεκεμβρίου του 1261, οπότε ήταν και τα ενδέκατα γενέθλιά του, ο ανήλικος βασιλικός γόνος Ιωάννης Δ΄, σύρθηκε στα υπόγεια του Πύργου ως κακούργος και κατ’ εντολή του Μιχαήλ Η’, του περάσανε στα μάτια πυρακτωμένο σίδερο, ώστε να τυφλωθεί.

Το Κάστρο της Χηλής, όπου τυφλώθηκε ο Ιωάννης
(*) Η Χηλή (σήμερα Şile) είναι μια πόλη περίπου 70 χλμ. ανατολικά της Κωνσταντινούπολης, στην ασιατική της πλευρά, στην ακτή του Ευξείνου Πόντου. Ο πύργος που υψώνεται επάνω στο ξερονήσι μπροστά στο λιμάνι της, εκ των πραγμάτων ονομάζεται “Κάστρο”. Οι πρόσφυγες από αυτή τη Χηλή εγκαταστάθηκαν σε περιοχές των Αθηνών, της Θεσσαλονίκης και στον οικισμό Νέα Χηλή της Αλεξανδρούπολης. Ίσως ο πιο διάσημος σύγχρονος επιστήμονας καταγόμενος από τη Χηλή, είναι ο Γεώργιος Μπακαλάκης, ο “πατέρας της αρχαιολογικής έρευνας της Θράκης”.
Οι πόνοι του ενδεκάχρονου Ιωάννη ήτανε φρικτοί και επίμονοι, το έγκλημα ειδεχθές, το αποτέλεσμα τους έφερε τη μόνιμη τύφλωση του. Το κέρδος που αποκόμισε ο Μιχαήλ Η΄ ήταν ώστε, ο νεαρός Ιωάννης να απωλέσει μαζί με την όραση του και το δικαίωμα να διεκδικήσει ξανά το θρόνο. Διότι πλέον θα εθεωρείτο “μη αρτιμελής”, κάτι που σύμφωνα με το Βυζαντινό κατεστημένο ήταν απαγορευτικό για κάποιον να γίνει βασιλιάς! Επομένως δεν θα μπορούσε να απειλήσει την δυναστεία των Παλαιολόγων, που μόλις εγκαθίδρυε.
Στη συνέχεια τον τυφλό Ιωάννη, τον μεταφέρανε από τον τόπο του μαρτυρίου του, με άκρα μυστικότητα περίπου 37 μίλια νότια (σχεδόν 60 χλμ) και τον κλείσανε (μάλλον τον φυλακίσανε) στο Φρούριο της Δακίβυζας (σημερινό Gebze) της επαρχίας Νικομήδειας. Πρόκειται για οχυρό (φρούριο) στην ακτή της Προποντίδας (θάλασσα του Μαρμαρά) που ήλεγχε στρατηγικά την είσοδο του κόλπου της Νικομήδειας.
Στα αρχαία χρόνια εκεί υπήρχε η πόλη Λίβυσσος της Βιθυνίας, όπου αυτοκτόνησε παίρνοντας δηλητήριο ο θρυλικός Αννίβας, για να μην πέσει στα χέρια των Ρωμαίων (183 π.Χ.).
Στο εσωτερικό του Φρουρίου της Δακίβυζας, υπήρχε Μονή στην οποία εντάξανε το εντεκάχρονο θύμα, ως μοναχό.
Σήμερα η τοποθεσία του υπόψη φρουρίου στο Gebze της Τουρκίας, ονομάζεται στα τουρκικά “Παλαιόκαστρο¨ (Eskihisar Kalesi) και αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο.
Ο Έρωτας της Μοναρχίας
Όπως περιγράφει ο Γεώργιος Παχυμέρης:
«Κατακυρίευσαν τον βασιλέα (Μιχαήλ Η΄) οι λογισμοί αυτοί, καθώς τον έκαιε ο έρωτας της μοναρχίας, κι έβαλε την εφήμερη δόξα πάνω από τον φόβο Του Θεού και πήρε απόφαση που τον απομάκρυνε από Τον Θεό, κι έστειλε να τυφλώσουν το παιδί, παιδί απαλό που ακόμη δεν είχε μάθει να χαίρεται ή να λυπάται»
Αντιδράσεις
Με την τύφλωση του Ιωάννη ολοκληρώθηκε ο σφετερισμός του θρόνου. Η ενέργεια όμως να τυφλώσει τον ανήλικο Ιωάννη Δ’ και να σφετεριστεί το θρόνο, προκάλεσε τη σθεναρή αντίδραση του Πατριάρχη Αρσενίου, που ΑΦΟΡΙΣΕ τον Μιχαήλ Η΄. Για τη στάση του αυτή, ο νέος αυτοκράτορας τον εξόρισε στην Προκόνησο, όπου και πέθανε το 1273. Η εξορία του πατριάρχη Αρσενίου είχε συνέπειες και στην Εκκλησία, καθώς πολλοί αντέδρασαν στην απομάκρυνσή του και προκάλεσαν το Σχίσμα των Αρσενιατών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ανακηρύξει Άγιο τον Πατριάρχη Αρσένιο και η μνήμη του τιμάται στις 28 Οκτωβρίου.

Η τιμωρία της τύφλωσης σε Βυζαντινό χειρόγραφο
Όταν μαθεύτηκε η είδηση της τύφλωσης του νόμιμου αυτοκράτορα Ιωάννη Δ’, η αδελφή του Ειρήνη, που είχε παντρευτεί τον Βούλγαρο τσάρο Κωνσταντίνο Α΄ (1257-77), παρακίνησε τον σύζυγό της να πάρει εκδίκηση. Οι Βούλγαροι με τη σύμπραξη του ηγεμόνα των Σέρβων, Στέφανου Ούρεση Α’ (1243-76) εισέβαλαν στα βυζαντινά εδάφη. Έχασαν, ωστόσο, δύο σπουδαία λιμάνια του Εύξεινου Πόντου, τη Μεσημβρία και την Αγχίαλο, που καταλήφθηκαν από τον Μιχαήλ Η’. Στην προσπάθειά τους να ανακαταλάβουν τα λιμάνια αυτά, οι Βούλγαροι συμμάχησαν με τους Μογγόλους της Χρυσής Ορδής της νότιας Ρωσίας. Το 1265 αιφνιδίασαν τον Μιχαήλ Η΄ στη Θράκη, όπου μετά βίας διασώθηκε φεύγοντας από την Αίνο με πλοίο στην Κωνσταντινούπολη.
Η ετεροχρονισμένη συγνώμη
Το 1290, επισκέφθηκε τον έγκλειστο Ιωάννη, ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄, γιος και διάδοχος του Μιχαήλ H’ και του ζήτησε συγγνώμη για το έγκλημα που είχε διαπράξει ο πατέρας του.

Το φρούριο (Παλαιόκαστρο) της Δακίβυζας (νυν Gebze) όπως σώζεται
Ο Ιωάννης Δ’ Λάσκαρης-Βατάτζης, γιος του Θεόδωρου Β΄ και εγγονός του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως τυφλός και έγκλειστος, ακολουθώντας μοναστικό βίο. Δεν παντρεύτηκε και δεν άφησε απογόνους. Ο θάνατος τον βρήκε στο φρούριο Δακίβυζα όπου ήταν έγκλειστος από τα ένδεκά του χρόνια. Ήταν το έτος 1305 και ο Ιωάννης είχε φτάσει 55 χρονών.
Ο τελευταίος της δυναστείας

Ιωάννης Δ΄ Λάσκαρης – Βατάτζης
Ο Ιωάννης Δ΄ ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της πιο σεμνής, σοβαρής και φιλολαϊκής δυναστείας του Βυζαντίου, της δυναστείας των Λασκαριδών – Βατάτζηδων, ήταν ο μοναδικός διάδοχος και τελευταίος απόγονος του οίκου του ένδοξου Ιωάννη Βατάτζη, του εκ Διδυμοτείχου, Αγίου και Βασιλέως. Στα παιδικά του χρόνια ήδη, δέχτηκε τα χτυπήματα της μοίρας και των υστερόβουλων καιροσκόπων. Του αφαιρέθηκε η όραση του με βάναυσο και στυγερό τρόπο στα έντεκα του χρόνια. Κατόπιν επί σαράντα και πλέον χρόνια έζησε απομονομένς και στην ουσία φυλακισμένος, στο μοναστήρι του φρουρίου Δακίβυζα, στην ανατολική ακτή της Προποντίδας.
Το φρούριο της Δακίβυζας, ήταν αυτό που έγινε ισόβια φυλακή και τάφος του μαρτυρικού Ιωάννη.
“Οὐ σιωπήσωμέν ποτέ, Θεοτόκε,
τας δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι·
εἰμη γαρ συ προΐστασο πρεσβεύουσα,
τις ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων,
Τίς δε διεφύλαξεν
ἕως νῦν ἐλευθέρους,
Οὐκ ἀποστῶμεν,
Δέσποινα, ἐκ σοῦ·
σους γαρ δούλους σῴζεις ἀεί,
ἐκ παντοίων δεινῶν.”