Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Ομότιμος καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Εύβοια Προοδευτική”, φύλλο 1047 – 31 Μαΐου 2024.
-
-
ΜΕΤΚΕ
Εισαγωγή από τον Ιωάννη Α. Σαρσάκη (Καστροπολίτη)
Ο Δημ. τριανταφυλλόπουλος καθηγ. Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης.
Σας παραθέτουμε ένα πολύ ενδιαφέρον και επίκαιρο κείμενο του ομότιμου καθηγητή Βυζαντινής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Δημήτριου Τριανταφυλλόπουλου, το οποίο αφορά τη Μονή της Χώρας και τη μετατροπή της σε τζαμί. Θα πρέπει να αναφέρουμε πως ο κ. Τριανταφυλλόπουλος σχετίζεται με το Διδυμότειχο, καθώς ο πατέρας του Διονύσιος Τριανταφυλλόπουλος, ως καθηγητής φιλολογίας είχε τοποθετηθεί το 1930 στο γυμνάσιο του Διδυμοτείχου. Έζησε στην πόλη μας μαζί με τη σύζυγό του Μαργαρίτα μέχρι το 1934, όπου τον Φεβρουάριο του 1933 απέκτησαν και το πρώτο τους παιδί τον Νίκο. Πρόκειται για τον Νίκο Τριανταφυλλόπουλο, ο οποίος είναι φιλόλογος και θεωρείται ο «πατριάρχης» των Παπαδιαμαντικών σπουδών με πλούσιο συγγραφικό και ερευνητικό έργο. (βλ. σχετική δημοσίευση : Διδυμότειχο : Η γενέτειρα του «πατριάρχη των Παπαδιαμαντικών σπουδών» Νίκου Δ. Τριανταφυλλόπουλου). Επίσης και ο κ. Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος έχει παρουσιάσει ως αρχαιολόγος ένα πλούσιο ανασκαφικό και συγγραφικό έργο. Συνέγραψε πέραν των 200 επιστημονικών μελετών (μονογραφίες, άρθρα σε ελληνικά, κυπριακά και ξένα περιοδικά, σε συλλογικούς και σε χαριστήριους τόμους, ανακοινώσεις σε συνέδρια, λήμματα λεξικών, βιβλιογραφίες, βιβλιοκρισίες). Επιπροσθέτως επιμελήθηκε εκδόσεις τόμων και διετέλεσε μέλος πολλών εκδοτικών επιτροπών επιστημονικών περιοδικών και πρακτικών συνεδρίων καθώς και συνεργάτης της «Μεγάλης ορθόδοξης Χριστιανικής Εγκυκλοπαίδειας».
-
-
Αναφορά στον Διον. Τριανταφυλλόπουλο ως νέο καθηγητή του γυμνασίου. Εφημ Θράκη Φυλλ. 36 4 Οκτ 1930.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270-1332) λόγιος, ανώτατος αξιωματούχος και πανεπιστήμων, από τους σπουδαιότερους συγγραφείς του Βυζαντίου, πρόδρομος της ανθρωπιστικής αναγέννησης του 15ου αι.
Με το Διδυμότειχο επίσης σχετίζεται και ο ανακαινιστής της Μονής της Χώρας ο Θεόδωρος Μετοχίτης, καθώς ως πρωθυπουργός του Ανδρόνικου Β΄ μετά την επικράτηση του Ανδρονίκου Γ΄ στον εμφύλιο πόλεμο των Παλαιολόγων (1321-1328), περιορίστηκε για δύο περίπου χρόνια (1328-1330) και έζησε σε ένα μοναστήρι στο Διδυμότειχο, όπου τύχη αγαθή, κατόπιν προτροπής των μοναχών του Διδυμοτείχου και λόγω του ότι έπασχε από κάποια ασθένεια, συνέγραψε τον βίο ενός τοπικού αγίου του Διδυμοτείχου του Οσίου Ιωάννου του Νέου, και έτσι διασώθηκε η μνήμη του στις μέρες μας και συγκαταλέγεται στη χορεία των Αγίων του Διδυμοτείχου.
Παρακάτω παραθέτουμε το κείμενο του κ. Δημήτριου Τριανταφυλλόπουλου :
ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ: ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΕΣΦΑΓΜΕΝΟΝ ΑΡΝΙΟΝ;
Η Μονή της Χώρας, στην Κωνσταντινούπολη.
Ένα μνημείο κομβικής σημασίας. Ο αρχικός ναός ίσως κτίστηκε τον 5ο αιώνα έξω από την οχυρωμένη έκταση επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, δηλαδή στη Χώρα (περίχωρα της Πόλης), αφιερωμένος στον Σωτήρα Χριστό. Ως μονή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην υπεράσπιση των εικόνων κατά την Εικονομαχία (8ος/9ος αι.). Το σημερινό όνομά του το οφείλει στις ψηφιδωτές παραστάσεις του Χριστού ως Χώρας των ζώντων και της Θεοτόκου ως Χώρας του Αχωρήτου. Μετά την Άλωση, τον 16ο αι., μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος (Καχριέ Τζαμί).
Ο ναός ερειπώθηκε συχνά και υπέστη ανακαινίσεις, ιδιαίτερα επί Κομνηνών (11ος/12ος αι.). Η τελική μορφή του – ένα τρουλαίο κτίσμα με νάρθηκα και εξωνάρθηκα, (1315/1321), πολύ γραφικό εξωτερικά – οφείλεται στον περιώνυμο Θεόδωρο Μετοχίτη, Μεγάλο Λογοθέτη (περίπου πρωθυπουργό) επί Ανδρονίκου Β’, ονομαστό και πολυΐστορα λόγιο, ηγετική μορφή της αποκαλούμενης «παλαιολόγειας αναγέννησης».
Στη νότια πλευρά προστέθηκε ένα ταφικό οικογενειακό παρεκκλήσιο. Οι νάρθηκες διακοσμήθηκαν με εξέχουσας τέχνης ψηφιδωτά, το νεκρικό παρεκκλήσιο με τοιχογραφίες ισάξιας ποιότητας.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ
Ο μοναδικής αξίας ζωγραφικός διάκοσμος ήλθε στο φως μεταπολεμικά από το Αμερικανικό Βυζαντινολογικό Ινστιτούτο υπό τον Paul Underwood, που κατέστησε διάσημο διεθνώς το μνημείο με μνημειώδη, τρίτομη έκδοση (Νέα Υόρκη 1966). Ο ανώνυμος ζωγράφος του συγκαταλέγεται στους κορυφαίους δημιουργούς του Μεσαίωνα, οιονεί προπομπός της πρώιμης Ιταλικής Αναγέννησης (13ος/14ος αι.).
Από τον εσωτερικό διάκοσμο της Μονής τη Χώρας.
Το εικονογραφικό πρόγραμμα είναι απλό και βαθυστόχαστο. Στον εξωνάρθηκα συναντάμε σκηνές από την παιδική ηλικία και τον δημόσιο βίο του Χριστού (πλην των Παθών και της Αναστάσεως, πού θα πρέπει να κοσμούσαν τον κυρίως ναό, γυμνό σήμερα από ζωγραφικό διάκοσμο). Στον εσωνάρθηκα υμνείται η Θεοτόκος, από την παιδική Της ηλικία έως την Κοίμησή Της, πλαισιωμένη από μακρά σειρά προπατόρων Της. Αντίστοιχα, στους δύο τρουλίσκους εξαίρονται ο ενσαρκωθείς Λόγος και ἡ Παρθένος Μητέρα Του. Οι τοιχογραφίες του ταφικού παρεκκλησίου συμβαδίζουν με τον χαρακτήρα του χώρου: πορτραίτα των τεθνεώτων (σπαράγματα), προστάτες άγιοι των κεκοιμημένων, μία μνημειακή Δευτέρα Παρουσία με έμφαση στον Χριστό ως Ελεήμονα και Φιλάνθρωπο παρά ως Κριτή-Τιμωρό. Στην αψίδα ἡ παράσταση της Ανάστασης ως Καθόδου στον Άδη, ἡ θαμαστότερη που μας σώθηκε από τη βυζαντινή τέχνη, κόβει την ανάσα με το εκτυφλωτικά λευκό, άκτιστο Φως !
ΥΨΙΣΤΗ ΘΕΣΗ
Για πολλούς λόγους το μνημείο κατέχει ύψιστη θέση:
1. Θεολογική σημασία. Οι εκτεταμένες σειρές προγόνων της Θεοτόκου και τού Χριστού ενώνουν Παλαιά και Καινή Διαθήκη – εμμέσως και με τον Ελληνισμό, μέσω της παρουσίας του Ιάφεθ, που ταυτιζόταν με τον ελληνικό Ιαπετό, μυθικό γενάρχη των ευρωπαϊκών φύλων. Παράλληλα, ο συνδυασμός Αναστάσεως και Δευτέρας Παρουσίας με τον Χριστό – Κριτή ως Φιλάνθρωπο αποκαλύπτει μια ανθρωπιστική χροιά απέναντι στα εφιαλτικά οράματα Κολάσεως στην περίπου σύγχρονη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη.
2. Καλλιτεχνική σημασία. Στο ζωγραφικό αυτό σύνολο συναντώνται τα δύο σπουδαιότερα ρεύματα της τότε ζωγραφικής. Από τη μια το «ελληνιστικό», με χαρακτηριστικά του την αρμονία, την κομψότητα και τη χάρη, όπως οριζόταν στην παλαιολόγεια εποχή το κλασικό ύφος, δηλαδή η μίμηση των αρχαίων Ελλήνων (Πατριάρχης Γρηγόριος Β’ ὁ Κύπριος). Η δεύτερη συνιστώσα του είναι η αφομοίωση του ρωμαλέου, ογκηρού ή ογκώδους στυλ, που καλλιέργησε δύο δεκαετίες πριν (περίπου 1290-1293) στο Πρωτάτο ο θρυλικός Πανσέληνος, με την έμφαση που δίνει στη σωματικότητα, τον πραγματισμό και τα προσωπογραφικά χαρακτηριστικά. Πόσο μακριά έφτασε αυτή η διπλή, μορφολογικά, ανανέωση το δείχνει η ιταλική Πρωτοαναγέννηση του τέλους 13ου / αρχών 14ου αιώνα, αφενός με τον Duccio στη Σιένα (Maestà, 1308-1311), που ακολουθεί το «ελληνιστικό» ύφος, αφετέρου με τον Φλωρεντινό Giotto (Padua, Arena Cappella ἢ Scrovegni, περ. 1300-1305), που συμβαδίζει με τα επιτεύγματα του Πανσέληνου.
3. Κοσμοθεωρητική σημασία. Το πνεύμα της Μονής της Χώρας συμβαδίζει με τη γενικότερη «παλαιολόγεια αναγέννηση», που ξαναφέρνει στο επίκεντρο την αρχαία ελληνική παιδεία. Χαρακτηριστικά, αμέσως μετά την κατάλυση της αυτοκρατορίας από τους Φράγκους και Βενετούς της Δ’ Σταυροφορίας (1204), συνειδητοποιείται εκ μέρους των Ελλήνων Ορθοδόξων ἡ εθνική τους ταυτότητα. Στις προηγούμενες, ευάριθμες «βυζαντινές αναγεννήσεις» παρατηρούμε την αναζωπύρωση ενός διαρκώς παρόντος ελληνικού πνεύματος («Perennial Hellenisme», Otto Demus), αλλά η εθνική ταυτότητα αναδύεται στην παλαιολόγεια εποχή ξεκάθαρη. Ο ίδιος ο Μετοχίτης στο εγκώμιό του για τη Βασιλεύουσα (με τίτλο «Βυζάντιος») αφήνει να διαφανεί κάτι τέτοιο. Αυτή, φυσικά, αντιπαρατίθεται προς την προ των πυλών οθωμανική βαρβαρότητα. Η τέχνη που μας κληροδότησε ο Μετοχίτης και ο ανεπανάληπτος ζωγράφος του συγκροτεί μιάν αναντικατάστατη, αμφίδρομη πύλη, ταυτόχρονα ανοιχτή στην ελληνική παράδοση και στην ευρωπαϊκή κουλτούρα! Εδώ και μερικά χρόνια το μνημείο ήταν απροσπέλαστο υπό το πρόσχημα της συντήρησης. Μετά την οδυνηρή εμπειρία της αποφράδας 24ης Ιουλίου 2020 για την Αγία Σοφία – επέτειο της τραγικής Μικρασιατικής Καταστροφής, θυμίζω – και αφού, μόλις πρόσφατα, ανακοινώθηκαν επίσημα μέτρα προστασίας της από τις ζημιές των πολυπληθών συγκεντρώσεων μουσουλμάνων, ήλθε στις 6 Μαΐου και το θλιβερό μαντάτο για την επαναχρησιμοποίηση της Μονής της Χώρας ως τζαμιού, με ότι δυσοίωνο προμηνύει τούτο για την τύχη της μοναδικής ζωγραφικής του κληρονομιάς.
Ψηφιδωτή σύνθεση με τον Θεόδωρο Μετοχίτη ως δωρητή της Μονής μπροστά στον ένθρονο Χριστό, πάνω από την είσοδο στον κυρίως ναό.
Ποτέ τυχαία η επιλογή των ημερομηνιών από τον (νεο)σουλτάνο: στις 11 Μαΐου 330 έγιναν τα εγκαίνια της Βασιλεύουσας. Μια εβδομάδα αργότερα από την πλήρη ισλαμοποίηση και της Μονής της Χώρας ὁ πρωθυπουργός της Ελλάδας εξαναγκάζεται σε διαβούλευση για τα διεθνώς αναγνωρισμένα δίκαια τού Ελληνισμού. Μια παρωδία παλιά όσο και οι Οθωμανοί σε ατελεύτητες παραλλαγές, σχεδόν πάντοτε εις βάρος του Ελληνισμού από το τραγικό 1453 μέχρι σήμερα!
Αυτά από τον δυτικό κόσμο, πού αποχριστιανίζεται ταχύτατα, όταν δεν στέκεται εμφανώς εχθρικά απέναντι σε καθετί χριστιανικό. Ποτέ δεν τίθεται ρητά το καίριο ερώτημα: Σε ποιόν ανήκουν τα κάθε λογής θρησκευτικά μνημεία ζωντανών θρησκειών; 1700 και πλέον έτη από το έδικτο των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.) περί ανεξιθρησκίας, ξαναεπιστρέφουμε, θρησκευτικά και πολιτιστικά, στην προηγούμενη κατάσταση. Ο απανταχού Ελληνισμός στέκει αμήχανος, αν όχι αδύναμος να αποτρέψει και αυτή τη φοβερή καταστροφή…
Αυτά τα κατ᾽ άνθρωπον· πλην το «εσφαγμένον αρνίον» της Αποκαλύψεως κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εσαεί.
Χριστός Ανέστη !!!