Κείμενο : Ιωάννης Α. Σαρσάκης (Καστροπολίτης)
Όταν διαβάζω τα δύο ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη : «Από Υαλί Χρωματιστό» και «Ο Ιωάννης Καντακουζηνός Υπερισχύει», μου έρχονται στο νου πολλές εικόνες αλλά και πρόσωπα που αναφέρονται στα δύο ποιήματα και σχετίζονται άμεσα με το κάστρο και την ιστορία του Διδυμότειχου.
Πρωτίστως βεβαίως ο αυτοκράτορας Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός, ο οποίος έζησε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στο Διδυμότειχο, κατείχε εκτάσεις γης στην περιοχή και αποτέλεσε την έδρα του στην εμφύλια διαμάχη με τον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο. Κορυφαίο γεγονός για την ιστορία της πόλης θεωρείται η πρώτη στέψη του Καντακουζηνού στο κάστρο του Διδυμοτείχου στις 26 Οκτωβρίου 1341 (η δεύτερη στέψη του Καντακουζηνού έγινε στην Αδριανούπολη στις 21 Μαΐου 1346). Στο ποίημα «Από Υαλί Χρωματιστό» ο Καβάφης αναφέρεται στην τελική του στέψη στην Κωνσταντινούπολη στις 13 Μαΐου 1347, όταν πλέον επικράτησε στον εμφύλιο πόλεμο με τον Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο, ο οποίος είχε γεννηθεί στο Διδυμότειχο στις 18 Ιουνίου 1332. Στο ποίημα αυτό ο ποιητής μεταξύ άλλων παρουσιάζει την οικονομική ένδεια που επικρατούσε στην πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία, φθάνοντας στο σημείο τα πετράδια του στέμματος να αποτελούνται από ¨γυαλί χρωματιστό¨ και όχι από πολύτιμους λίθους.
Στα δύο ποιήματα επίσης συναντάμε την σύζυγο του Καντακουζηνού Ειρήνη Ασάναινα, η οποία έζησε πολλά χρόνια στο κάστρο του Διδυμοτείχου, ασκώντας μαζί με την πεθερά της (την Θεοδώρα Καντακουζηνή), τα καθήκοντα του διοικητή της πόλης, όταν ο Καντακουζηνός έλειπε σε εκστρατείες.
Δύο ακόμη μορφές που άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στο κάστρο του Διδυμοτείχου και αναφέρονται στο ποίημα «Ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπερισχύει», είναι ο αυτοκράτορας, συγγενής και επιστήθιος φίλος του Καντακουζηνού Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος και η δεύτερη σύζυγός του Άννα (Ιωάννα) της Σαβοΐας. Το Διδυμότειχο αποτέλεσε για τον Ανδρόνικο Γ΄ το ορμητήριο και την βάση του κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου εναντίον του παππού του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου (1321-1328). Στο Διδυμότειχο ο Ανδρόνικος έμεινε με την οικογένειά του ακόμη και μετά την επικράτησή του και την στέψη του σε αυτοκράτορα. Όπως προαναφέραμε στο κάστρο του Διδυμοτείχου η σύζυγός του Άννα της Σαβοΐας γέννησε τον Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο (παππού του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου). Μάλιστα ο ιστορικός της εποχής Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει, ότι για να γιορτάσει την γέννηση του πορφυρογέννητου διαδόχου ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος διοργάνωσε στο Διδυμότειχο αγώνες, κατά μίμηση των αρχαίων Ολυμπιακών αγώνων, όπως χαρακτηριστικά τονίζει.
Ακόμη και η αναφορά σε Φράγκους που γίνεται στο ποίημα «Ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπερισχύει» μας θυμίζει έντονα το Διδυμότειχο. Η Καστροπολιτεία της Θράκης υπήρξε η πρώτη εστία αντίστασης κατά των Φράγκων της Δ΄ Σταυροφορίας, αφού το 1205 κατάφερε να τους διώξει από την περιοχή. Το όλο ιστορικό επιστεγάζεται με το θαύμα της Πεντηκοστής όπου ο Σωτήρας Χριστός σώζει το κάστρο από την πολιορκία των Φράγκων, γεγονός που εορτάζεται μέχρι σήμερα στο Διδυμότειχο κατά το τριήμερο της Πεντηκοστής και αποτελεί το πανήγυρι του κάστρου (Καλέ Πανυγήρι). Αν ανατρέξουμε πιο πίσω στα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού, τότε θα δούμε ότι στο Διδυμότειχο εγκαθίστανται μέλη της Φραγκικής οικογένειας Πετραλείφα προγόνων της πολιούχου και βασίλισσας της Άρτας Αγίας Θεοδώρας Πετραλείφα, συζύγου του Μιχαήλ Β΄ Αγγέλου Κομνηνού ηγεμόνα της Ηπείρου και συγγενή λόγω ενός συμπεθεριού με τον Διδυμοτειχίτη άγιο και αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη. Μετά το 1204 το κάστρο του Διδυμοτείχου αποτελεί το μήλον της έριδος για πολλούς Φράγκους ηγεμόνες, και είναι γεγονός ότι τους επόμενους αιώνες συναντάμε πολλά φράγκικα επίθετα σε ανθρώπους που διαμένουν στην πόλη.
Αναμφίβολα το Διδυμότειχο, η ιστορική Καστροπολιτεία της Θράκης, αποτελεί ένα κομμάτι του ένδοξου οικουμενικού Βυζαντινισμού, φράση με την οποία περιγράφει ο Καβάφης την αυτοκρατορία των Ρωμηών στο ποίημα του «Στην Εκκλησία», το οποίο κλείνει ως εξής : ο νους μου πιαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας, στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό. Και μια που ανέφερα ¨της Θράκης¨, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και ο Καβάφης ήταν Θρακιώτης καθώς όπως αναφέρει ο ίδιος : «Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια».
Παρακάτω παραθέτουμε τα δύο ποιήματα καθώς και ένα μέρος από το σχολιασμό τους από την καθηγήτρια των Βυζαντινών και Νεοελληνικών σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών κα Κατερίνα Κωστίου, από το κείμενο της «Παραπληροφόρηση, υποσχέσεις και faux bijoux στο Βυζάντιο του Καβάφη» :
Ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπερισχύει
Τους κάμπους βλέπει που ακόμη ορίζει
με το σιτάρι, με τα ζώα, με τα καρποφόρα
δένδρα. Και πιο μακριά το σπίτι του το πατρικό,
γεμάτο ρούχα κ’ έπιπλα πολύτιμα, κι ασημικό.
Θα του τα πάρουν -Ιησού Χριστέ!- θα του τα πάρουν τώρα.
Άραγε να τον λυπηθεί ο Καντακουζηνός
αν πάει στα πόδια του να πέσει. Λεν πως είν’ επιεικής,
λίαν επιεικής. Αλλ’ οι περί αυτόν; αλλ’ ο στρατός;-
Ή, στην κυρία Ειρήνη να προσπέσει, να κλαυθεί;
Κουτός! στο κόμμα να μπλεχθεί της Άννας–
που να μην έσωνε να την στεφανωθεί
ο κυρ Ανδρόνικος ποτέ. Είδαμε προκοπή
από το φέρσιμό της, είδαμε ανθρωπιά;
Μα ως κ’ οι Φράγκοι δεν την εκτιμούνε πια.
Γελοία τα σχέδιά της, μωρά η ετοιμασία της όλη.
Ενώ φοβέριζαν τον κόσμο από την Πόλι,
τους ρήμαξεν ο Καντακουζηνός, τους ρήμαξε ο κυρ Γιάννης.
Και που το είχε σκοπό να πάει με του κυρ Γιάννη
το μέρος! Και θα τόκαμνε. Και θάταν τώρα ευτυχισμένος,
μεγάλος άρχοντας πάντα, και στεριωμένος,
αν ο δεσπότης δεν τον έπειθε την τελευταία στιγμή,
με την ιερατική του επιβολή,
με τες από άκρου εις άκρον εσφαλμένες του πληροφορίες,
και με τες υποσχέσεις του, και τες βλακείες.