ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ 1205: ΕΞΕΓΕΡΣΗ, ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ, ΣΩΤΗΡΙΑ

ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ 1205: ΕΞΕΓΕΡΣΗ, ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ, ΣΩΤΗΡΙΑ

“Τούτο το Κάστρο εβλέπετε, την δύναμιν όπου έχει·

ολίγοι άνθρωποι ημπορούν να το έχουσι φυλάττει.”

(Χρονικόν του Μορέως, 569)

Κείμενο: Ευάγγελος Σ. Σοβαράς (Καστροπολίτης)

Η εξέγερση των πόλεων της Θράκης κατά της Λατινοκρατίας («Άνοιξη της Θράκης») που ξεκίνησε από το Διδυμότειχο τον Φεβρουάριο του 1205, επέφερε απρόσμενα αποτελέσματα στους Φράγκους δυνάστες. Η ανεξέλεγκτη κατάσταση που διαμορφώθηκε, οδήγησε τον Βαλδουίνο Α΄, τον πρώτο Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολη να ανακαλέσει τα στρατεύματα του από τη Μικρά Ασία και να εκστρατεύσει στη Θράκη.

Αλλ᾿ οι μεν Λατίνοι της Ασίας αναχωρήσαντες την Θράκην έκοπτον,

μόνην αναρριπτούσαν τον υπὲρ ελευθερίας Ρωμαίων κίνδυνον.

(Νικ.Χωνιάτης, 48)

Η εκστρατεία του Βαλδουίνου για να εξαλείψει τον «κίνδυνο» της Ελευθερίας των Ελλήνων (Ρωμαίων), αποδείχθηκε ολέθρια για τον ίδιο, καθώς στη συμπλήρωση ενός έτους από την κατάληψη της Πόλης, ο στρατός του ηττήθηκε στη Μάχη της Αδριανούπολης (14 Απριλίου 1205) και ο ίδιος σύρθηκε αιχμάλωτος στο Τσάρεβετς στο ανάκτορο του Βούλγαρου τσάρου Ιωαννίτση, από όπου τελικά δεν βγήκε ποτέ ζωντανός. Μονάχα ανακοινώθηκε από τους Βουλγάρους ο θάνατός του, που από πολλούς αποδόθηκε σε βάναυση δολοφονία !

Από την άλλη πλευρά η ανάκληση των στρατευμάτων από τη Μικρά Ασία ενίσχυσε σημαντικά την εδραίωση της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας με βασιλέα τον Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρι. Το Ελληνικό Βασίλειο που έμελλε να παίξει το ρόλο του συνεχιστή της Ρωμανίας και να απειλήσει τους Φράγκους ιδιαίτερα στα έτη της βασιλείας του Διδυμοτειχίτη  Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222-1254) με το να ανακαταλάβει πλήθος κατεκτημένων εδαφών, ώστε να ανακτηθεί τελικά η Βασιλεύουσα το 1261 .

Ο Ερρίκος της Φλάνδρας, ως Λατίνος Βασιλέας της Κωνσταντινούπολης

Ανατρέχοντας πίσω στο Μάιο του 1205 συναντάμε του Λατίνους σε δεινή θέση, καθώς έχουν απωλέσει τον πρώτο τους βασιλέα και αρκετά στρατεύματα. Η λύση που εδώθη στο δυναστικό ζήτημα, ήταν η εκλογή του 28χρονου Ερρίκου, αδελφού του συλληφθέντος Βαλδουίνου, στη θέση του αντιβασιλέα. Η επιλογή αυτή, εδραιώθηκε το επόμενο έτος (1206), όταν μετά την ανακοίνωση του θανάτου του Βαλδουίνου, πραγματοποιήθηκε και επίσημα η στέψη του Ερρίκου στην Κωνσταντινούπολη.

 

 

ώρισεν κ᾿ εδιόρθωσε να σέβουν εις τα Κάστρη,

όσοι χωρούνται να σεβούν κι άρματα να βασταίνουν

(Χρ.Μ. 264)

Ο Ερρίκος πλέον, ως αντιβασιλέας και ουσιαστικός ηγέτης των Φράγκικων στρατευμάτων επέλεξε να κινηθεί δραστικά και καθώς φαίνεται, η πρώτη κίνηση του ήταν να συγκεντρώσει τα στρατεύματα του και να χτυπήσει «το κακό στη ρίζα του»! Να επιτεθεί εναντίον της Αδριανούπολης και του Διδυμοτείχου, τις πόλεις της Θράκης που πρώτες εξεγέρθηκαν ενάντια στη Φραγκοκρατία. Ένα ισχυρό πλήγμα στους στασιαστές θα αποτελούσε παράδειγμα και για τις άλλες πόλεις που είχαν στασιάσει ή προετοίμαζαν κάτι τέτοιο. Άλλωστε οι συνθήκες και οι εδαφικοί περιορισμοί δεν αποτελούσαν κώλυμα (σχεδόν τριάντα μίλια απόσταση σε πεδινό έδαφος η μία πόλη από την άλλη). Αντιθέτως επέτρεπαν στον Κόνωνα της Πετούνης να αναπτύξει τις πολιορκητικές του μηχανές.

Ο κόμης Κόνων της Πετούνης (κατά τον Ν. Χωνιάτη) ή Κόνων της Μπετύν (Conon de Bethune) προερχόμενος από την ομώνυμη πόλη της επαρχίας του Καλαί της Βόρειας Γαλλίας, ήταν ώριμος (55 ετών) και έμπειρος πολεμιστής, καθώς επίσης συνδεόταν με συγγένεια με τον Οίκο του Αινώ, δηλαδή την οικογένεια του Ερρίκου και του Βαλδουίνου. Από την πλευρά της μητέρας του συνδεόταν με τον Οίκο του Αγίου Παύλου, από όπου προερχόταν ο τελευταίος άρχοντας του Διδυμοτείχου, ο Ούγκο Δ΄ Κόμης του Αγίου Παύλου (Hugues IV de Saint-Pol), που μετά το θάνατο του (21 Ιανουαρίου 1205) ξεκίνησε η εξέγερση στη «Διδυμόκαστρη» πολιτεία.

Ο Κόμης της Μπετύν είχε λάβει μέρος στην Γ΄ και στη Δ΄ Σταυροφορία, ενώ έμεινε γνωστός και ως ποιητής και τροβαδούρος. Μέρος του έργου του που διασώθηκε, εκδόθηκε στο Παρίσι το 1921 υπό τον τίτλο «Τα τραγούδια του Κόνωνα της Μπετύν» (Les Chansons de Conon de Bethune).

Θεωρούνταν έμπιστος των Λατίνων βασιλέων της Κωνσταντινούπολης (με τους οποίους συνδεόταν όπως αναφέρθηκε και συγγενικά), αξιόλογος διαπραγματευτής και εύγλωττος ομιλητής. Έφερε τον τίτλο του Πρωτοβεστιάριου και αργότερα ορίστηκε Άρχοντας της Αδριανούπολης. Επίσης για δύο φορές διετέλεσε Αντιβασιλέας, το 1216 και το 1219 μετά το θάνατο του Ερρίκου και της Γιολάνδας, αντίστοιχα.

Φθάνοντας στην Αδριανούπολη ο Ερρίκος δέχθηκε σθεναρή αντίσταση και ως φάνηκε δεν επέμεινε όπως ο αδελφός του. Επέλεξε να κινηθεί νότια και να αναθέσει στον Κόνωνα να πολιορκήσει το Διδυμότειχο.

Και δη την Ορεστιάδα παρεικότες, ως εξ ών επαθον

ούχ αλώσιμον σφίσι δόξασαν, έγνων τω Διδυμοτείχω προσβάλειν.

(Νικ.Χωνιάτης, 7325)

Με τον «της Πετούνης Κόμητα» επικεφαλή, τα Φράγκικα φουσάτα δεν άργησαν να αφιχθούν και να οργανώσουν την πολιορκία με τις μηχανές που διέθεταν. Στρατοπέδευσαν γύρω από το Κάστρο, κυρίως εντός στην ξεραμένη κοίτη του Ερυθρωπού ποταμού (Ερυθροποτάμου) του οποίου «…παρ’ αυτω στρατοπεδευσάμενοι πολιορκείν ες νέωτα το φρούριον» (Ν.Χ. 7327)

Ένας επιπλέον σημαντικός άνδρας που βρισκόταν την υπόψη περίοδο εντός των τειχών του Κάστρου, ήταν ο εξόριστος από τη Λατινική κατάληψη (1204), Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, ο οποίος πρέπει να εξετασθεί ιδιαίτερα το κατά πόσο συνέβαλε στην εξέγερση του Διδυμοτείχου, καθώς έχει χαρακτηρισθεί ως «ενσαρκωτής του πνεύματος της αντίστασης εναντίον των Φράγκων και Βουλγάρων». (Ντίνου Χριστιανόπουλου «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», σελ. 16)

 Έτσι λοιπόν από τις αρχές περίπου του Μαΐου του 1205, η Καστροπολιτεία του Διδυμοτείχου βρέθηκε σε κατάσταση πολιορκίας. Εντός του Φρουρίου είχαν προστρέξει οι κάτοικοι της πόλης και της γύρω περιοχής, αρνούμενοι την παράδοση και την υποταγή και αγωνιζόταν ως «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι Καστροπολίτες».

Τον γύρον το ετριγύρισεν με τόν λαόν όπου είχεν,

τα διάβατα όλα έπιασεν, τες στράτες και κλεισούρες,

όπως μη σέβη ή εξεβή άνθρωπος εις το Κάστρον

να φέρη ή επάρη τίποτε μαντάτο εκ τους Ρωμαίους.

(Χρ.Μ. 577)

Από τη μια πλευρά, εκτός των τειχών τάχθηκαν επιτιθέμενοι οι «επαγγελματίες του πολέμου» Σταυροφόροι, με πολιορκητικές μηχανές και καταπέλτες και  εντός των τειχών, η φρουρά του Κάστρου ενισχυόμενη από κάθε λογής αμυνόμενους (αγρότες, αγγειοπλάστες, σιδεράδες, λιθοξόους, γυναίκες νοικοκυρές, μάνες και παιδιά).

Ο πολυήμερος αποκλεισμός και οι συνεχείς ανελέητες επιθετικές ενέργειες επέφεραν  καταστροφές στα τείχη και στις οικίες, αλλά και τραυματισμούς και ανθρώπινες απώλειες. Επιπλέον οι ελλείψεις τροφίμων και νερού επιδείνωναν τις συνθήκες των πολιορκημένων τους οποίους εξωθούσαν στα όρια τους.

Με όλα τα δεινά και τις κακουχίες οι Διδυμοτειχίτες έλαβαν την απόφαση «ως αν εξέλωσιν, ητοιμάζοντο» (Ν.Χ. 7326), δηλαδή να πραγματοποιήσουν ηρωική έξοδο κατά των πολιορκητών. Η ημερομηνία ορόσημο που επιλέχθηκε ήταν η γιορτή της Πεντηκοστής.

Με ένα υπολογισμό και εάν ληφθούν υπόψη οι πηγές που θέλουν τη Μάχη της Αδριανούπολης (14 Απριλίου 1205) να διεξήχθη κατά την Πέμπτη της Διακαινησίμου, οδηγούμαστε στην ημερομηνία 10 Απριλίου 1205 που ήταν η Κυριακή του Πάσχα και στις 30 Μαΐου 1205 ήταν η Κυριακή της Πεντηκοστής.

Την παραμονή της εορτής τελέστηκε πανηγυρικός και συνάμα παρακλητικός εσπερινός, τον οποίο η παράδοση θέλει να τελείται στην Ιερά Μονή Χριστού Παντοκράτορος (όπου σήμερα ο Ιερός Ναός Σωτήρος Χριστού), με την παράκληση «υπέρ της ευοδώσεως των ενεργειών και σωτηρίας» των απειλουμένων Καστρινών. Ακολούθησε λιτανεία των ιερών εικόνων επί των τειχών όπου παρέμεναν οι φρουροί, διαβαίνοντας από κάθε πύργο και πολεμίστρα, για να λάβει δύναμη και ο τελευταίος μαχητής.

Μετά τούτου όπως ζωντανά μας το παραδίδει ο ιστορικός της εποχής, έδυσε ο ήλιος, ο ουρανός άξαφνα γέμισε σύννεφα φορτωμένα με οργή για τον παροξυσμό των Λατίνων που πάση θυσία επιχειρούσαν να καταλάβουν το ιστορικό Κάστρο και τρομερή ραγδαία βροχή «θεόθεν» έπληξε το Διδυμότειχο και τα γύρω μέρη. Ο ποταμός ο παραρρέων του φρουρίου (Ερυθροπόταμος), «φούσκωσε» από το μέγεθος της θεόσταλτης καταιγίδας, τα υπέρογκα ύδατα πλημμύρισαν την πεδιάδα και μαζί και το στρατόπεδο των Λατίνων, οι οποίοι βρέθηκαν εξ απήνης στο μέσω της καταστροφικής ορμής. Η περιγραφή είναι ιδιαίτερα ζωντανή όσο και ποιητική:

«… όπλα παρασύρει και μηχανάς, ίππους απάγει

πολεμιστάς, άνδρας διανηχομένους τον Αχέροντα δείκνυσιν»

(Ν.Χ. 7327)

Η χρονική στιγμή της καταστροφής των Φράγκων δεν επιδέχεται αμφισβήτησης, καθώς πλέον της παράδοσης ότι ακολούθησε τον εσπερινό και τη λιτανεία, είναι καταγεγραμμένο ότι «το δεινόν νυκτός επεγένετο». Η  κατακλυσμιαία βροχόπτωση, η οποία προκάλεσε πλημμύρα των περιρρεόντων ποταμών και της τάφρου πέριξ του τείχους.οπότε απωλέσθηκε το μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων τους. Όσοι διασώθηκαν αποχώρησαν πανικόβλητοι, εγκαταλείποντας κάθε προσπάθεια για κατάληψη της πόλης και επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον Ερρίκο.

«…εις θαύμα το γεγονός θέμενοι ταχέως εξήραν εκείθεν.»

(Ν.Χ.7329)

Το αποτέλεσμα της απρόσμενης και έντονης νεροποντής, να πέσουν δηλαδή οι πολιορκητές από τα τείχη, αρκετοί να πνιγούν ή να παρασυρθούν από τα ορμητικά νερά, να καταστραφούν οι πολιορκητικές μηχανές, καθώς και να πληγεί αμετάκλητα το στρατόπεδο των Λατίνων, η παράδοση το ενισχύει ακόμα περισσότερο με την επιθετική έξοδο των έως τότε αμυνόμενοι Καστρινών, που επιτέθηκαν κατά των Σταυροφόρων και τους καταδίωξαν. Ο θρύλος ερχόμενος να προστεθεί στην ιστορία, αναφέρει πως οι εντός των τειχών της Καστροπολιτείας, έγιναν μάρτυρες οράματος Του λευκοντυμένου Σωτήρος Χριστού που με το φραγγέλιο μαστίγωνε τους επίδοξους κατακτητές.

«Τον λαμπρόν Βασιλέα και των πιστών μέγα καύχημα

και του Διδυμοτείχου το κλέος, Ιωάννην τιμήσωμεν…»

(Απολυτίκιο Αγίου Ιωάννη Βατάτζη)

Στα σημαίνοντα πρόσωπα που έζησαν την πολιορκία και τη σωτηρία του Κάστρου, θα πρέπει να προστεθεί αυτό του Ιωάννη Δούκα Βατάτζη (Βασιλέα και Αγίου) ο οποίος γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193 και ως δωδεκαετής θα έζησε έντονα τα γεγονότα, τα οποία θα χαράχθηκαν βαθιά στη μνήμη του.

Στο Χριστό στο Κάστρο

Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού στο Κάστρο του Διδυμοτείχου.

Πιθανότατα, από το θαυμαστό αυτό γεγονός της θεϊκής παρέμβασης στη σωτηρία της πόλης και των πολιορκημένων, αποδόθηκε και η επωνυμία του «Σωτήρος» στο Χριστό του Κάστρου. Στη θέση του καθαγιασμένου χώρου της παλαιάς Μονής, ορθώθηκε το 1846 ο σημερινός ομώνυμος Ιερός Ναός του Σωτήρος Χριστού. Οι θαυματουργές ιερές εικόνες του ναού, και ιδίως του Σωτήρος Χριστού (όπως επιβεβαιώνεται και από επιστημονικές πηγές) είναι έργο της εποχής και θεωρείται πολύ πιθανό να μεταφέρθηκε στην πρώτη λιτανεία πάνω στα τείχη και τις πολεμίστρες του Κάστρου το 1205.

Η Μητέρα Εκκλησία για το γεγονός

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αναγνωρίζοντας το γεγονός, το αναγράφει στη διαδικτυακή του σελίδα, όπως και η Ιερά Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου, στις κατηγορία Τοπικές Εορτές. Συγκεκριμένα αναφερεί:

 «Εν Διδυμοτείχω:  της Πεντηκοστής – ανάμνησις του θαύματος της σωτηρίας της πόλεως, ήτις επολιορκείτο υπό των Σταυροφόρων τω 1205.» 

 «Βυζαντινές Γιορτές Κάστρου Διδυμοτείχου»

(«Καλέ Πανηγύρι»)

 Σε ανάμνηση του σωτήριου γεγονότος, τελούνται κάθε χρόνο εκδηλώσεις λατρείας, προσκυνητές προσέρχονται από όλη την περιοχή και αρκετοί διανυκτερεύουν την παραμονή της γιορτής εντός του Ναού. Ανήμερα της Πεντηκοστής, αμέσως μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία, τελείται ο Εσπερινός της Γονυκλισίας και οι πιστοί προσεύχονται γονατίζοντας πάνω σε καρυδόφυλλα. Ακολουθεί λιτανεία των ιερών εικόνων πάνω στο Κάστρο με προορισμό το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου.

Της λιτανείας ακολουθούσε πανηγύρι πάνω στο λόφο του Κάστρου («Καλέ»), το γνωστό «Καλέ Πανηγύρι» με μουσική, χορούς, και αγώνες. Τα τελευταία χρόνια συντελέστηκε μία προσπάθεια ανάδειξης του γεγονότος, αλλά και επαναφοράς των εορταστικών εκδηλώσεων εξ ολοκλήρου εντός των Βυζαντινών τειχών, με σκοπό την καθιέρωση ενός πολιτιστικού φεστιβάλ υπό τον τίτλο «Βυζαντινές Γιορτές Κάστρου Διδυμοτείχου», προσδοκώντας να αποτελέσει πόλο έλξης για τους κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο.

Πηγές:

  • Νικήτα Χωτιάτου, Χρονική Διήγησις

  • Geoffroy de VillehardouinLaConquête de Constantinople

  • ΤοΧρονικόν του Μορέως, Ανωνύμου (14ος αιώνας)

  • Φίλλιπος Αδ.Γιαννόπουλος, Διδυμότειχο: ιστορία ενός βυζαντινού οχυρού (1989)

  • Ντίνος Χριστιανόπουλος «Σύντομη Ιστορία του Διδυμοτείχου», Θεσσαλονίκη 1993

  • Αθανάσιος Ι.Γουρίδης, Διδυμότειχο μία άγνωστη πρωτεύουσα (2008)

  • Διαδίκτυο

Νικήτας Χωνιάτης

Copyright © 2016 https://kastropolites.com/. All Rights Reserved