

Κείμενο Ιωάννης Α. Σαρσάκης (Καστροπολίτης)
Το παρόν κείμενο αποτέλεσε την ομιλία μου στην επιστημονική εσπερίδα με τον τίτλο : «1222 ο Ιωάννης Βατάτζης Αυτοκράτωρ – 1922 Μικρασιατική καταστροφή – 2022 το όραμα διπλή επέτειος Θράκη Μικρασία», που διοργάνωσε η Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Βατάτζεια 2022» στις 4 Νοεμβρίου 2022.
- ΜΕΤΚΕ
Κείμενο ομιλίας
Πριν από ακριβώς 800 χρόνια, το 1222 στη Μικρά Ασία, λαμβάνουν χώρα γεγονότα που θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην ιστορία της Ρωμανίας/Βυζαντίου. Το έτος αυτό πεθαίνει ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης, τον διαδέχεται στο θρόνο ο γαμπρός του Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης και γεννιέται ο Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης, υιός και διάδοχος του Βατάτζη. Όλοι αυτοί οι αυτοκράτορες συν τον εγγονό του Βατάτζη Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρη Βατάτζη, ανήκουν στη δυναστεία των Λασκαριδών ή Λασκαρέων, οι οποίοι βασίλευσαν για μισό αιώνα έχοντας την έδρα τους στην Μικρά Ασία.
Ας εξιστορήσουμε λοιπόν εν συντομία το πως εξελίχθηκαν τα γεγονότα :

Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης.
Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης, ήταν γαμπρός του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ Αγγέλου[1] και κατείχε το αξίωμα του Δεσπότη (κρατικό αξίωμα). Σύμφωνα με τις πηγές ο Θεόδωρος είχε καταφύγει στη Μικρά Ασία πριν την άλωση της πόλης από τους Φράγκους στις 13 Απριλίου του 1204[2]. Κατά τις τραγικές στιγμές της άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, οι ευγενείς που διασώθηκαν από τις σφαγές όρισαν τον αδερφό του Κωνσταντίνο Λάσκαρη αυτοκράτορα, καθώς ο Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος εγκατέλειψε την Πόλη και διέφυγε με την οικογένειά του σε περιοχή της Θράκης. Βλέποντας ότι οι Φράγκοι είχαν καταλάβει τη Βασιλεύουσα και ότι η κατάσταση δεν ήταν αναστρέψιμη, ο Κωνσταντίνος έφυγε από την Κωνσταντινούπολη μαζί με την οικογένεια και τους υποστηρικτές του και κατευθύνθηκε, προς τις ελεύθερες περιοχές της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, όπου είχε εγκατασταθεί ο αδελφός του Θεόδωρος. Το επόμενο διάστημα ο Κωνσταντίνος χάνει τη ζωή του και ο Θεόδωρος προσπαθεί να επιστρατεύσει πληθυσμούς από τη Μικρά Ασία για να αντιμετωπίσει την επερχόμενη Φραγκική επίθεση. Δυστυχώς εισέπραξε την άρνηση των Μικρασιατών, καθώς οι κυβερνητικές επιλογές των τελευταίων δεκαετιών από την άρχουσα τάξη της Κωνσταντινούπολης, είχαν δημιουργήσει μεγάλη δυσαρέσκεια και καχυποψία στους υπηκόους των επαρχιών. Προσπερνώντας αυτές τις δυσκολίες και αφού επιβλήθηκε έναντι των ισχυρών τοπαρχών-γαιοκτημόνων της Μικράς Ασίας, κατάφερε να πείσει τον λαό της, για τις προθέσεις του και να δημιουργήσει ένα κράτος ως εστία αντίστασης κατά των Φράγκων[3]. Έτσι πολλοί πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη και όχι μόνο, κατέφυγαν στη Νίκαια, όπου μετά από λίγα χρόνια μεταφέρθηκε εκεί και η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Θεόδωρος Λάσκαρης στέφθηκε Αυτοκράτορας από τον πατριάρχη Μιχαήλ Δ΄ Αυτωρειανό το 1208 δημιουργώντας την δυναστεία των Λασκαριδών.

Το κράτος της Νίκαιας στη Μικρά Ασία κατά την εποχή του Θεοδώρου Β΄ Λάσκαρη.
Τα επόμενα χρόνια πολέμησε κατά των Τούρκων, των Φράγκων, αλλά και των ομοεθνών βασιλέων της Τραπεζούντας, καταφέρνοντας να διατηρήσει την ύπαρξη του νεοσύστατου κράτους του, το οποίο οι μετέπειτα ιστορικοί το ονόμασαν Αυτοκρατορία της Νίκαιας ή η εξόριστη αυτοκρατορία.

Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης και Ιωάννης Γ΄Δούκας Βατάτζης σε χειρόγραφο της Μόδενα.
Ο Θεόδωρος Λάσκαρης υπήρξε οργανωτικός και στρατηγικός νους καθώς και αξιοκρατικός στις επιλογές των προσώπων που τον περιστοίχιζαν. Κατάλαβε ότι ο αξιότερος αντικαταστάτης του, δεν ήταν άλλος παρά ο γαμπρός του ο Ιωάννης Βατάτζης, ο οποίος μετά τις περιπέτειες του Διδυμοτείχου από τους Φράγκους και τους Βουλγάρους από το 1204 έως το 1206, κατάφερε να διαφύγει και να μεταβεί στην περιοχή της Μικράς Ασίας[4]. Ο Θεόδωρος αμέσως αξιολόγησε τις ηγετικές ικανότητες του γαμπρού του και παραμέρισε τους αδερφούς του, που περίμεναν να τον διαδεχθούν. Έτσι το 1222 πεθαίνει ο Θεόδωρος Λάσκαρης και τον διαδέχεται ο Ιωάννης Βατάτζης ως αυτοκράτωρ των Ρωμαίων (Βυζαντινών).
Ο Ιωάννης Βατάτζης κατά τα 32 έτη που κυβέρνησε το κράτος των Ρωμαίων με έδρα τη Νίκαια και το Νύμφαιο της Μικράς Ασίας άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη του στη γη της Ιωνίας. Ως οξυδερκής και συνετός ηγέτης που ήταν κατάφερε να εκμεταλλευτεί όλα τα πλεονεκτήματα της μικρασιατικής γης, και με την εργατικότητα και την φιλοπατρία των Μικρασιατών, δημιούργησε ένα ισχυρό κράτος με μία ανθηρότατη οικονομία. Τον πλούτο που συγκέντρωσε ο Βατάτζης τον μετουσίωσε σε πολλά έργα που αφορούσαν ανοικοδόμηση και ανακαίνιση ναών και μοναστηριών, σχολών και βιβλιοθηκών και πολλών άλλων κατασκευών που σχετιζόταν με βασικές υποδομές και οχυρώσεις πόλεων και χωριών.
Το πεδίο των επαγγελματικών ενασχολήσεων που ευνόησαν την οικονομική πολιτική του Βατάτζη στη Μικρά Ασία, περιελάμβανε τις παρακάτω δραστηριότητες : «Υλοτομία, Εξορύξεις μετάλλων, Γεωργικές καλλιέργειες (σιτηρά – δημητριακά – υδρόμυλοι – υδρομυλικά εργαστήρια – ελαιώνες – παραγωγή λαδιού – αμπελώνες- παραγωγή κρασιού – φρούτα – λαχανικά – οπωροφόρα δέντρα – μουριές – σηροτροφία), Κτηνοτροφία, Πτηνοτροφία (εκτροφή ζώων – μελισσοκομία – παραγωγή μελιού – ιχθυοκαλλιέργεια – καλλιέργεια οστράκων – αλυκές – αλάτι), Βιοτεχνία, Εργατοτεχνία (υφαντουργία – βυρσοδεψία – είδη κεραμοποιίας – γυαλί – προϊόντα σιδήρου – μεταλλουργία – μεταλλοτεχνία – οπλοτεχνία), Εμπόριο»[5].
Όλα αυτά τα οικονομικά πλεονεκτήματα της Μικράς Ασίας, ο Ιωάννης Βατάτζης τα εκμεταλλεύτηκε για να ενδυναμώσει το νεοσύστατο κράτος της Νίκαιας, θέτοντας βεβαίως και σε πρώτη προτεραιότητα το κοινωνικό όφελος. Στον κοινωνικό τομέα ο βασιλεύς Ιωάννης υπήρξε προστάτης και συμπαραστάτης των λαϊκών στρωμάτων, επιδιώκοντας διαρκώς την άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου, δεν είναι τυχαίο ότι τον αποκαλούσαν ¨πατέρα των Ρωμαίων (Ρωμηών)¨.

Άγιος Ιωάννης Βατάτζης δια χειρός Δέσποινας Σαρσάκη.
Για να το καταφέρει αυτό, αναγκάστηκε να συγκρουστεί με τους άρχοντες, τους «δυνατούς» (όπως λεγόταν την εποχή εκείνη), οι οποίοι κατείχαν μεγάλες αγροτικές εκτάσεις, προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκεια τους, η οποία εκφράστηκε με συνομωσίες εναντίον του. Όπως προαναφέραμε ο πεθερός του Θεόδωρος είχε συγκρουστεί με τους μεγαλογαιοκτήμονες της Μικράς Ασίας, καταφέρνοντας να περιορίσει την ισχύ τους. Σύμφωνα με τις πηγές όμως συνέχισαν να υπάρχουν «δυνατοί» στην Μικρά Ασία, καθώς ο Βατάτζης κατάφερε να τους αποδυναμώσει επ’ ωφελεία του λαού της Ιωνίας. Άμεσα προέβη στη διενέργεια απογραφής της γης (εθνικό κτηματολόγιο), και επίταξε κατόπιν εκτάσεις από τους «δυνατούς» και τους αριστοκράτες της Μικράς Ασίας, τις οποίες διένειμε σε όλους τους φτωχούς και ακτήμονες υπηκόους του.
Ο Γεώργιος Ακροπολίτης (ένας από τους κυριότερους ιστορικούς της εποχής), όντας υπέρμαχος των αριστοκρατών και των γαιοκτημόνων, στην ιστορία που συνέγραψε δεν κάνει άμεση αναφορά για την κοινωνική πολιτική αυτή του Βατάτζη, παρά μόνο αναφερόμενος στην άνοδο στο θρόνο του γιου του Θεοδώρου Β΄, μετά τον θάνατό του, γράφει τα εξής χαρακτηριστικά : «Όλοι λοιπόν οι Ρωμαίοι, και ιδιαίτερα οι στρατιωτικοί και οι άνθρωποι του παλατιού, είχαν την ελπίδα ότι ο νέος αυτοκράτορας θα τους κάνει μεγάλα καλά. Και αν κανείς ήταν δυσαρεστημένος με τον πατέρα του, επειδή είχε στερηθεί κάποια χρήματα η κάποια κτήματά του, ήλπιζε ότι τώρα θα διορθωθούν όλα αυτά»[6]. Πράγμα που βεβαίως δεν έγινε, καθώς ο Θεόδωρος ακολούθησε την ίδια πολιτική με τον πατέρα του.
Έτσι ο Ιωάννης Βατάτζης εφαρμόζοντας κοινωνική πολιτική, παράλληλα με ένα δίκαιο φορολογικό αλλά και με ένα αυστηρό νομικό σύστημα, κατάφερε να αυξήσει την αγροτική παραγωγή και να ανορθώσει τα οικονομικά του κράτους του στην Μικρά Ασία. Τα αυστηρά οικονομικά μέτρα του Ιωάννη Βατάτζη, τόνωσαν και ανεξαρτητοποίησαν την οικονομία του κράτους του, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες.

Ο Ιωάννης Βατάτζης στέφεται από την Παναγία σε υπέρπυρον (χρυσό νόμισμα).
Επιστέγασμα της οικονομικής ευημερίας του κράτους της Νίκαιας, ήταν η ισχυροποίηση του νομίσματός της. Στη Μικρά Ασία επί της εποχής του Βατάτζη λειτούργησαν όπως ήταν φυσικό και νομισματοκοπεία. Ο Ιωάννης Βατάτζης, είχε κατορθώσει να κρατήσει το νόμισμα του σταθερό, δίχως να χάσει την αξία του. Αυτό μας το επιβεβαιώνει ο Γεώργιος Παχυμέρης, ο οποίος ιστορεί τα παρακάτω : «ως τα χρόνια του Ιωάννη Δούκα (δηλ. του Βατάτζη) τα 2/3 του βάρους του νομίσματος (=16 καράτια) ήταν καθαρός χρυσός. Ύστερα, επί Μιχαήλ (του Η΄ του Παλαιολόγου), εξ αιτίας των δόσεων προς τους Ιταλούς έχασε ο χρυσός ακόμη ένα καράτιο και τώρα το νόμισμα έχει πια μόνο το μισό του βάρος καθαρό χρυσό»[7]. Παρά το γεγονός ότι μέσα σε λίγα χρόνια ο Ιωάννης Βατάτζης κατόρθωσε να δημιουργήσει μία υγιής και ανθηρή οικονομία, εντούτοις δεν καταδεχόταν να την επιβαρύνει με τα προσωπικά του έξοδα.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο Βατάτζης ζυμώθηκε με τη γη της Μικρασίας καθώς, την αγάπη του για τους αγρότες και την αγροτική ζωή την τονίζει και ο μεγάλος Κάρολος Κρουμπάχερ, ο οποίος γράφει τα εξής χαρακτηριστικά : «Πλην τούτου ο ηρωικός ούτος πολεμιστής βασιλεύς ειργάζετο ανενδότως και προς την εσωτερικήν παραγωγήν του κράτους του. Προήγαγε την γεωργίαν, εις την οποίαν ο ίδιος μετ΄ αγάπης ήτο επιδεδομένος. Ετακτοποίησε τα οικονομικά, επροστάτευσε και ηυνόησε το εμπόριον και την ελληνικήν μεταξουργίαν»[8].

Διδυμότειχο και Άγιος ιωάννης Βατάτζης δια χειρός Δημητρίου Ναλμπάντη.
Την οικονομική ευημερία του κράτους του, ο Ιωάννης μαζί με τη σύζυγό του Ειρήνη, την μετουσίωσαν και σε εκκλησιαστικά και κοινωνικά έργα, εφαρμόζοντας πολιτική υψηλής κοινωνικής πρόνοιας. Πέραν από τις φιλανθρωπίες, μεγάλο μέρος των εσόδων δαπανήθηκε για την ανέγερση και ανοικοδόμηση ναών και μοναστηριών. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει για τις ευεργεσίες του βασιλικού ζεύγους τα εξής : «κατασκεύασαν και οι δύο ναούς περίλαμπρους, διαθέτοντας πάμπολλα χρήματα για την ανοικοδόμησή τους. Ο βασιλιάς κατασκεύασε το ναό στη Μαγνησία, που ονομάζεται Σώσανδρα και είναι αφιερωμένος στη Θεομήτορα, και το ναό του Αντωνίου του Μεγάλου στη Νίκαια˙ η βασίλισσα Ειρήνη, τον κεντρικό ναό της μητρόπολης των Προυσαίων κοντά στο όρος Όλυμπος, αφιερωμένο στο όνομα του τιμίου Προφήτη Προδρόμου και Βαπτιστή˙ διέθεσαν για τους ναούς πολλά κτήματα και αφορολόγητες προσόδους, και υπέδειξαν κατοικίες μοναζόντων και ασκητών, γεμάτες χάρη και ευγένεια πνευματική. Όχι μόνο αυτό, αλλά και νοσοκομεία και πτωχοκομεία επιχορήγησαν την εποχή εκείνη και έκαναν έργα που φανέρωναν την αγάπη τους ενώπιον του Θεού»[9].
Ο Αλέξανδρος Μασσαβέτας στο περισπούδαστο και ογκώδες βιβλίο του Μικρά Ασία το παλίμψηστο της μνήμης αναφέρει για τη Σμύρνη τα εξής : «Την δεύτερη χρυσή εποχή της η Σμύρνη την βιώνει επί Λασκαριδών, όταν η δυτική Μικρά Ασία και ειδικότερα η Ιωνία γίνεται, για πρώτη και τελευταία φορά το πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο της αυτοκρατορίας…Την σημασία της καταδεικνύει η οικοδομική δραστηριότητα. Κοντά στον Μπουρνόβα οικοδομούνται ανάκτορα. Ο Βατάτζης, ο μεγαλύτερος «οικοδόμος» των Λασκαριδών, ορθώνει στο λιμάνι το Νεόκαστρο (γνωστό στους δυτικούς ως Κάστρο του Αγίου Πέτρου) η ακρόπολη στον Πάγο επισκευάζεται. Η Σμύρνη των Λασκαριδών είναι μεγάλη και ευημερούσα μητρόπολη, η μεγαλύτερη της Αιγαιίδος»[10].

Ο Πάμμεγας Σκηπτούχος Άγιος Ιωάννης Βατάτζης ο εκ Διδυμοτείχου.
Αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών, και ο πλούτος που προήλθε από τη γη της Ιωνίας, ήταν να διασωθούν και να ωφεληθούν τα μοναστήρια όχι μόνο της Μικράς Ασίας, του Αγίου Όρους και της Θεσσαλονίκης αλλά και άλλων περιοχών που δεν εντασσόταν στην επικράτειά του Βατάτζη, όπως του Σινά, της Ιερουσαλήμ, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, της Κωνσταντινούπολης, της Αττικής καθώς και άλλων περιοχών. Συγκεκριμένα ο Θεόδωρος Σκουταριώτης αναφέρει : «ποία πόλις και χώρα και δήμος τις των εκείνου ευεργεσιών ουκ ηυμοίρησε και κοινή και καθ’ έκαστον[11] ; δλδ (Δεν υπάρχει πόλη η δήμος που να μην ευτύχησε συνολικά και επί μέρους από τις δικές του ευεργεσίες).
Σχολιάζοντας τα γραφόμενα του Σκουταριώτη, η Ελένη Αρβελέρ αναφέρει σχετικώς : «με πρόνοια και στοργή περιέβαλλαν επίσης οι βασιλείς της δυναστείας των Λασκαρέων τα μεγάλα μοναστηριακά συγκροτήματα, που βρίσκονταν στην αυτοκρατορία τους στα Μικρασιατικά ή στα ευρωπαϊκά της εδάφη, όπως τον Άθω, τον Όλυμπο, τη Νέα Μονή της Χίου και ακόμη τα ιδρύματα που έμειναν σε ορθόδοξα χέρια, όπως τη Μονή των Ρουφινιανών στα περίχωρα της Κωνσταντινουπόλεως»[12].
Αναφορικά με τη διάσωση και ανάπτυξη της παιδείας στη Μικρά Ασία θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, ο Ιωάννης Βατάτζης έχοντας στενό του συνεργάτη τον θεολόγο και φιλόσοφο Νικηφόρο Βλεμμύδη (ο οποίος ήταν ιερομόναχος), ασχολήθηκε εντατικά με την ανάπτυξη της παιδείας. Ίδρυσε στη Νίκαια σχολή φιλοσοφίας στην οποία σπούδασαν μεγάλες μορφές της εποχής, όπως ο Γεώργιος Ακροπολίτης, ο Γεώργιος Παχυμέρης, ο Μανουήλ Ολόβολος, ο Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης (γιος του Βατάτζη) κ.α. Επίσης λειτούργησαν σχολεία μέσης εκπαίδευσης σε πολλές πόλεις της επικράτειας της Μικράς Ασίας.

Ο ενοριακός ναός του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη στο Διδυμότειχο.
Ο Παναγιώτης Νικολόπουλος ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, και τέως Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, αναφέρει για τη συνεισφορά της αυτοκρατορίας της Νίκαιας στην παιδεία τα παρακάτω : «Αλλά πέρα τούτων το σημαντικότερον είναι ότι δεν πρέπει να παροράται η πνευματική παραγωγή και κίνησις και η ζωή του βασιλείου της Νικαίας στην Μικρά Ασία. Διότι εδώ αι σπουδαί δεν είναι σπουδαι και πνευματική ζωή περιφερείας, αλλά πνευματική ζωή αυτοκρατορικού κέντρου. Η Νίκαια υποκαθιστά το απολεσθέν Βυζάντιον και το υποκαθιστά ως πνευματική πρωτεύουσα του Βυζαντινού Ελληνισμού, όπως το υποκατέστησεν ως πολιτική και ως εκκλησιαστική πρωτεύουσα»[13].
Ο Στήβεν Ράνσιμαν γράφει ότι : «Η λογιοσύνη δεν χάθηκε και, πολύ γρήγορα, κέντρο της έγινε η εξόριστη αυλή της Νίκαιας στην Μικρά Ασία»[14]. Και ο Θεόδωρος Κορρές αναφέρει ότι : «Η λατινική κατάκτηση του 1204 έκανε τη Νίκαια καταφύγιο της κλασικής παραδόσεως. Εκεί ο γνωστός μας Νικηφόρος Βλεμμύδης έγραψε και ιατρικές μελέτες. Εκεί, στα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη Βατάτζη (1222 – 1254), ο ιατρός των ανακτόρων Νικόλαος Μυρεψός έγραψε συνταγολογία για φάρμακα η οποία απαρτιζόταν από 48 κεφάλαια και, μέχρι το 17ο αιώνα, αναγνωριζόταν ως η επίσημη συνταγολογία της ιατρικής σχολής του Παρισιού»[15].
Γενικότερα, ο πνευματικός θησαυρός που μεταφέρθηκε, διασώθηκε και καλλιεργήθηκε στη Μικρά Ασία επί των ημερών του Ιωάννη Βατάτζη, συνετέλεσε τα μέγιστα στην πνευματική αναγέννηση κατά την μετέπειτα εποχή των Παλαιολόγων, χαρακτηριστικά ο Χέρμπερτ Χούνγκερ γράφει : «Το 1204 η Νίκαια έγινε η ακρόπολη της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Και το εκκλησιαστικό κέντρο (Πατριαρχείο) μεταφέρθηκε εδώ. Με τη φιλοξενία των επιστημών η πόλη μπόρεσε να διασώσει τα σπέρματα για την κατοπινή πνευματική αναγέννηση (της εποχής των Παλαιολόγων)»[16].

Η αυτοκρατορία της Νίκαιας το 1254, έτος θανάτου του Ιωάννη Γ’ Βατάτζη.
Εν κατακλείδι ο Ιωάννης Βατάτζης απελευθέρωσε μεγάλα τμήματά της γης της Μικράς Ασίας (καθώς και της Θράκης, Μακεδονίας και νησιών του Αιγαίου), τα οποία είχαν καταλάβει Τούρκοι και Φράγκοι, ευεργέτησε το λαό της, ανακαίνισε και ανήγειρε ναούς και μοναστήρια και στο τέλος της ζωής του, το σεπτό και άγιο σκήνωμά του, το υποδέχθηκε η γη της Μικράς Ασίας καθώς τον ενταφίασαν με όλες τις τιμές στο Μοναστήρι των Σωσάνδρων, κοντά στην πόλη της Μαγνησίας του Σιπύλου, το οποίο κατασκεύασε ή (κατ’ άλλους) ανακαίνισε ο ίδιος, και βεβαίως στην Μικρά Ασία και ιδιαιτέρως στις περιοχές της Μαγνησίας, όπου θεωρούνταν πολιούχος και κηδεμόνας καθώς και του Νυμφαίου θαυματούργησε ο Βατάτζης μετά την ανακομιδή του λειψάνου του, και τιμήθηκε ως Άγιος της Εκκλησίας μας.
Το έργο του Βατάτζη συνέχισε ο μοναχογιός και διάδοχός του Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης, ο οποίος γεννήθηκε πριν από ακριβώς 800 χρόνια, δηλαδή το 1222, έτος κατά το οποίο όπως προαναφέραμε πέθανε ο παππούς Θεόδωρος Α΄ και στέφθηκε αυτοκράτορας ο πατέρας του Ιωάννης Βατάτζης.

Ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης, αυτοκράτωρ Ρωμαίων και υμνογράφος του μεγάλου παρακλητικού κανόνα προς την Υπεραγία Θεοτόκο.
Ο Θεόδωρος από μικρή ηλικία έδειξε τη δίψα του για μάθηση, και η μητέρα του αυτοκράτειρα Ειρήνη, όπως γράφει ο αείμνηστος καθηγητής Χρίστος Κρικώνης (τον οποίο είχαμε ως ομιλητή στα Βατάτζεια 2014) : «ανέλαβε την εκπαίδευση και αγωγή του υιού της και νεαρού πρίγκιπα, στον οποίο από την πρώτη στιγμή της γεννήσεώς του έσπειρε τα πρώτα σπέρματα της αρετής, τα οποία θα αναπτυχθούν στη συνέχεια και θα διαπιστωθούν από άλλους»[17]. Το μεγαλύτερο δυστύχημα για τον Θεόδωρο, ήταν ότι από μικρή ηλικία έπασχε από την ανίατη ασθένεια της επιληψίας. Η ασθένεια αυτή υπήρξε και η αιτία θανάτου του Ιωάννη Βατάτζη, μόνο που σ’ αυτόν εκδηλώθηκε στα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Ως βασιλόπαις, ο Θεόδωρος, εκλήθη σε μικρή ηλικία να συνδράμει στις διπλωματικές ενέργειες του πατέρα του. Έτσι το 1235 σε ηλικία δώδεκα ετών νυμφεύεται την δεκαετή Ελένη, κόρη του τσάρου των Βουλγάρων Ιβάν Β΄ Ασάν. Με τον γάμο αυτό επικυρώθηκε η συμμαχία των δύο κρατών.
Παράλληλα με τις σπουδές του, ο Θεόδωρος ασχολούνταν και με την διακυβέρνηση του κράτους, ειδικότερα στις περιπτώσεις που ο πατέρας του βρισκόταν σε μακρινές εκστρατείες. Μετά το θάνατο του πατέρα του Ιωάννη Βατάτζη το 1254, ο Θεόδωρος ανακηρύχτηκε αυτοκράτωρ των Ρωμαίων. Ο Άγγλος ιστορικός-συγγραφέας Γουίλλιαμ Μίλλερ αναφέρει για το επίπεδο ετοιμότητας του Θεοδώρου τα εξής : «Ο νέος αυτοκράτορας δεν είχε συμπληρώσει κατά την ανάρρησή του στο θρόνο το τριακοστό τρίτο έτος της ηλικίας. Λίγοι ηγεμόνες είχαν προπαρασκευασθεί για την εκπλήρωση των καθηκόντων αυτών με τόση επιμέλεια όσο ο υιός του Βατάτζη. Ότι ηδύνατο να πράξει η εκπαίδευση κατά την βυζαντινή έννοια της λέξεως είχε τεθεί σε εφαρμογή χάριν του μέλλοντος μονάρχου»[18].
Παρά τα πολλά προβλήματα υγείας που είχε, κατάφερε να συνεχίσει το έργο του πατέρα του με επιτυχίες σε στρατιωτικό, διπλωματικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Χαρακτηριστικά ο Θεόδωρος Σκουταριώτης αναφέρει : «Πολλοί άνδρες, λέγει, θαυμάζουσι την απαράμιλλον φιλοσοφίαν του και την μοναδικήν του φρόνησιν, άλλοι θαυμάζουσι την στρατηγικήν του δραστηριότητα και την ανδρείαν του, δι’ ης εξέπληξε και κατετρόπωσε τους εχθρούς του»[19].
Ο Απόστολος Βακαλόπουλος αναφερόμενος στα έργα του Θεοδώρου, σχολιάζει : «Την ελληνολατρία του Θεοδώρου Β΄ Λάσκαρη μπορούμε να την μελετήσουμε και στα φιλολογικά και φιλοσοφικά του κατάλοιπα. Τον βαθμό της λατρείας αυτής τον χαρακτηρίζουν ορισμένες εκφράσεις πολύ θερμές, αλλά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικές για την ερμηνεία του προβλήματος της διαμορφώσεως του νέου ελληνισμού. Θαυμάζει τα αρχαία μνημεία της Περγάμου στη Μικρά Ασία, τα οποία θεωρεί ¨ελληνικής μεγαλονοίας μεστά και σοφίας ταύτης ινδάλματα¨ και νομίζει ότι η πόλη τα προβάλλει ¨καταντροπιάζοντας εμάς, σαν απογόνους, με της πατρικής δόξας το μεγαλείο¨. Εδώ ακόμη στη Νίκαια διαπιστώνουμε το φαινόμενο εκείνο της αγάπης της αρχαιολογίας (με την σημερινή της έννοια), το οποίο αργότερα κατά την Αναγέννηση, είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της»[20].

Εικόνα που αγιογράφησε η Δέσποινα Χατζηιωαννίδου Σαρσάκη, με θέμα τη Μεγάλη Παράκληση προς την Υπεραγία Θεοτόκο. Κάτω αριστερά απεικονίζεται ο υμνογράφος της παράκλησης Θεόδωρος Β’ Δούκας Λάσκαρης, υιός και διάδοχος του Ιωάννη Δούκα Βατάτζη, ο οποίος απεικονίζεται δεξιά, και βεβαίως στο επάνω μέρος η Παναγία με τον Χριστό, αναγράφοντας : «Η Φως Τετοκυία» φράση που υπάρχει μέσα στη Μεγάλη Παράκληση και σημαίνει : ¨αυτή που γέννησε το Φως¨. Επίσης στο χειρόγραφο που κρατάει ο υμνογράφος βασιλιάς αναγράφονται οι πρώτοι στίχοι της παράκλησης : «Των λυπηρῶν ἐπαγωγαὶ χειμάζουσι τὴν ταπεινήν μου ψυχήν».
Επίσης ο Απόστολος Βακαλόπουλος οριοθετεί την απαρχή της ¨Μεγάλης Ιδέας¨ στα χρόνια του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη και του υιού του Θεοδώρου Β΄ Δούκα Λάσκαρη, αναφέροντας τα εξής : «Η ελληνολατρία και η ελληνική συνείδηση του Θεοδώρου Β΄, καθώς και των προκατόχων του, οφείλεται στην άριστη γνώση του ιστορικού παρελθόντος, στην σταθερή πίστη τους στην εθνική τους οντότητα, καθώς και στις ευρύτερες απόψεις τους για τις μελλοντικές πολιτικές επιδιώξεις τους, δηλαδή στις φιλοδοξίες τους ν’ ανακτήσουν την Κωνσταντινούπολη και να ενώσουν υπό το σκήπτρο τους όλες τις ελληνικές χώρες. Αυτές οι ιστορικές αναμνήσεις και οι πολιτικές ιδέες, που αναπτύσσονται μέσα στο περιβάλλον των βασιλέων της Νίκαιας, συνθέτουν βαθμιαία το ιδανικό της Μεγάλης Ιδέας»[21]. Βλέπουμε λοιπόν ότι η Μεγάλη Ιδέα γεννήθηκε από τους Λασκαρίδες στην Μικρά Ασία, η οποία 8 αιώνες αργότερα ήταν αυτή που πλήρωσε το τίμημα των εγκληματικών λαθών και του εθνικού διχασμού, που οδήγησαν στην καταστροφή του 1922.
Αξιομνημόνευτο γεγονός είναι επίσης, ότι : «στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας στη Μικρά Ασία ο δικέφαλος αετός γίνεται το σύμβολο του βυζαντινού κράτους και αργότερα, επί τουρκοκρατίας, αγαπητό καλλιτεχνικό μοτίβο των ραγιάδων, το οποίο δηλώνει τους εθνικούς πόθους του νέου ελληνισμού, δηλαδή την απελευθέρωση των σκλαβωμένων ελληνικών χωρών. Έτσι ο δικέφαλος γίνεται σύμβολο της Μεγάλης Ιδέας»[22].
Δυστυχώς το πρόβλημα υγείας του Θεοδώρου που προαναφέραμε στάθηκε η αιτία να τερματίσει τη ζωή του, τέσσερα χρόνια αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση του κράτους της Νίκαιας.
Ο Θεόδωρος στο σύντομο χρονικό διάστημα της ζωής του μας άφησε πολλά γραπτά κείμενα. Στα έργα του οι μελετητές, διακρίνουν μια πολυσύνθετη πνευματική παραγωγή, αποτελούμενη από : θεολογικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, ρητορικά και μαθηματικά ενδιαφέροντα, ιδιαιτέρως δε για τη μαθηματική του συγκρότηση, ο κος Χρίστος Κρικώνης αναφέρει τα εξής : «Ο Θεόδωρος δύναται να χαρακτηρισθεί ως εις των διανοουμένων εκείνων, οι οποίοι σκέπτονται μαθηματικώς και φιλοσοφούν μαθηματικώς. Τούτο είχε πράξει κατά την αρχαιότητα ο Πυθαγόρας και εις μικρότερον βαθμόν ο Πλάτων»[23]. Το πιο γνωστό έργο του Θεοδώρου είναι η Μεγάλη Παράκληση προς την Υπεραγία Θεοτόκο την οποία ψάλουμε εναλλάξ με την μικρή κατά την περίοδο της νηστείας του 15αυγούστου.

Πορτραίτο του αυτοκράτορα Ιωάννη Δ΄ από χειρόγραφο του 15ου αιώνα.
Ο υιός και διάδοχος του Θεοδώρου Β΄ Λάσκαρη, ο Ιωάννης Δ΄ Λάσκαρης Βατάτζης ήταν μόλις οκτώ ετών και βεβαίως δεν ήταν σε θέση να διαδεχθεί τον πατέρα του. Ο Θεόδωρος Β΄ γνωρίζοντας την κακή κατάσταση της υγείας του, άφησε διαθήκη, η οποία όριζε αντιβασιλέα τον Γεώργιο Μουζάλωνα με επίτροπο τον πατριάρχη Αρσένιο[24]. Την όλη κατάσταση εκμεταλεύτηκε ο στρατηγός Μιχαήλ Παλαιολόγος, ο οποίος εκπροσωπούσε την άρχουσα τάξη, που όπως προαναφέραμε επί εποχής Βατάτζη και του γιου του, είχε αναγκαστεί να στερηθεί χρήματα και περιουσία επ ωφελεία των αδυνάτων υπηκόων. Ο Μιχαήλ είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για συνομωσία και εναντίον του Βατάτζη αλλά και του Θεοδώρου Β’, και στις δύο περιπτώσεις είχε αθωωθεί και συγχωρεθεί λόγω αμφιβολιών. Λειτουργώντας και πάλι συνωμοτικά ο Μιχαήλ, εξουδετερώνει τον Μουζάλωνα και εν συνεχεία τυφλώνει το νεαρό Ιωάννη και με τον τρόπο αυτό αρπάζει την εξουσία και στέφεται αυτοκράτωρ των Ρωμαίων στην Μικρά Ασία.
Η πράξη αυτή αποτέλεσε και το τέλος των Λασκαριδών από την Μικρά Ασία και γενικώς από το θρόνο των Ρωμαίων/Βυζαντινών. Η μνήμη τους όμως παρέμεινε άσβεστη στο λαό της Ιωνίας, και ιδιαιτέρως του Διδυμοτειχίτη Ιωάννη Βατάτζη, ο οποίος συνέχισε να ευεργετεί τους ανθρώπους με τα θαύματα και τις ιάσεις που χάριζε απλόχερα. Για το λόγο αυτό στη Βυζαντινή ακολουθία που γράφτηκε γι’ αυτόν μνημονεύεται αρκετές φορές, όπως π.χ. : «πάσι και νυν τας ιάσεις χορήγησον τοις προσπελάζουσι πίστει ειλικρινεί των λειψάνων σου την λάρνακα (στιχ. β’), κράτιστε ιατρέ των νοσούντων (Δόξα), του ιάσθαι τας νόσους των πίστει προστρεχόντων σοι και λαμβανόντων αφθόνως την ίασιν (απολυτ.) κλπ»[25].
Θα κλείσω την ομιλία μου με μία αναφορά του επισκόπου Κεγχρεών Αγαπίου Δρίτσα, ο οποίος ήταν προσκεκλημένος ομιλητής στα Βατάτζεια 2014, βάσει της οποίας καταδεικνύεται ότι οι πληθυσμοί της περιοχής του Νυμφαίου συνέχισαν να τιμούν τον Άγιο Ιωάννη Βατάτζη και μετά την καταστροφή του 1922. Κοντά στο Νύμφαιο υπήρχε μία τεχνητή σπηλιά, σκαλισμένη σε βράχο (σαν και αυτές που έχουμε στο κάστρο του Διδυμοτείχου), δύο μέτρα βάθος και ενάμισι πλάτος. Στο εσωτερικό, δεξιά και αριστερά, υπήρχαν πεζούλια σκαλισμένα κι΄ αυτά στο βράχο κι επάνω στο ένα ήταν τοποθετημένο και πάντα αναμμένο ένα καντήλι. Η σπηλιά ίσως να ήταν η κατοικία κανενός ασκητού. Οι κάτοικοι όμως του χωριού πίστευαν πως η κρύπτη συνδεόταν με τη ζωή του Αγίου και γι’ αυτό την έλεγαν ¨Τρύπα του Άη Γιάννη : «Μετά την καταστροφή του 1922, τον Ιούλιον του 1954 Νηφιώτες που πήγαν από δω να επισκεφθούν την παλαιά τους πατρίδα και ανέβηκαν στον λόφον του Άη Γιάννη ευρήκαν την ¨τρύπα¨ φρεσκοασπρισμένη και το καντήλι αναμμένο πάνω στο πεζούλι, καθώς και υπολείμματα κεριών, τα οποία προσφάτως είχον αναφθεί. Οι γυναίκες του χωριού τους είπαν πως σαν αρρωσταίνουν τα παιδιά τους δεν τα πάνε σε γιατρό, ¨τα’ ακουμπάμε, είπαν, πάνω στο πεζούλι (της τρύπας του Άη Γιάννη του Βατάτζη) και γίνονται καλά¨»[26].
Μετά την συνοπτική αναφορά για τους Λασκαρίδες και ιδιαιτέρως για τον Άγιο Ιωάννη Βατάτζη, ο οποίος κυβέρνησε τα 32 από τα 50 χρόνια που διήρκησε η Δυναστεία στην Μικρά Ασία, ασφαλώς και πρέπει να θεωρούμε τον Διδυμοτειχίτη άγιο αυτοκράτορα ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες και του Μικρασιατικού χώρου και ιστορίας. Αν οι μετέπειτα από αυτόν αυτοκράτορες της Δυναστείας των παλιολόγων ακολουθούσαν την ίδια (εξωτερική & εσωτερική) πολιτική με τον Ιωάννη Βατάτζη, τότε σίγουρα δεν θα χανόταν η Μικρά Ασία από το μέσα του 14ου αιώνα και το 1453 δεν θα ήταν η καταληκτική ημερομηνία για την ιστορία της Ρωμανίας.
Υποσημειώσεις κειμένου
[1]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Χρονική Συγγραφή, Εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2003, σ. 31.
[2]. Βλ. Ηλία Γιαρένη, Ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Α΄ Κομνηνός Λάσκαρης, Εκδόσεις ΔΟΛ Α.Ε. 2010, σ. 39
[3]. Την εποχή εκείνη δημιουργήθηκαν από τον Ελληνισμό τρεις κυρίως εστίες αντίστασης κατά των Φράγκων : στη Μικρά Ασία με πρωτεύουσα τη Νίκαια της Βηθυνίας (Αυτοκρατορία της Νίκαιας), στην Ήπειρο με πρωτεύουσα την Άρτα (Δεσποτάτο της Ηπείρου) και στον Πόντο με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα (Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας). Από τα τρία ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν η Νίκαια ήταν αυτή που κατάφερε να λάβει τον τίτλο του συνεχιστή της αυτοκρατορίας.
[4]. Βλ. Ιωάννη Σαρσάκη, Ο Πάμμεγας Σκηπτούχος Άγιος Ιωάννης Βατάτζης ο εκ Διδυμοτείχου, εκδόσεις iwrite, Θεσσαλονίκη 2019, σσ. 41-51.
[5]. Βλ. Στεφάνου Γ. Πεταλά, Η δημοσιονομική Πολιτική του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη, Κύρια Μεταπτυχιακή Εργασία, Θεσσαλονίκη 2012, σσ. 44-55.
[6]. Βλ. Γεωργίου Ακροπολίτη, Χρονική Συγγραφή, Ό.π., σ. 177.
[7]. Βλ. Ελένης Αρβελέρ, Χρυσό βυζαντινό νόμισμα. Δολάριο του μεσαίωνα, www.arxaiologia.gr.
[8]. Βλ. Καρόλου Κρούμπαχερ, Ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, σ. 483.
[9]. Βλ. Νικηφόρου Γρηγορά, Ρωμαϊκή Ιστορία, Εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, σσ. 70-71.
[10]. Βλ. Αλέξανδρος Μασσαβέτας, Μικρά Ασία το παλίμψηστο της μνήμης, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2016, σ. 428.
[11]. Βλ. Φωτίου Δημητρακόπουλου, Ο Αναμενόμενος – Άγιος βασιλεύες Ιωάννης Βατάτζης ο Ελεήμων, Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2016, σ. 33.
[12]. Βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, Τόμος 21, σ. 115.
[13]. Βλ. Παναγιώτη Γ. Νικολόπουλου, Νίκαια : Ιστορία – Θεολογία – Πολιτισμός, Τα γράμματα εις το βασίλειον της Νικαίας (1204 – 1261), Ιερά Μητρόπολις Νικαίας.
[14]. Βλ. Στήβεν Ράνσιμαν, Βυζαντινός Πολιτισμός, Εκδόσεις Γαλαξίας – Ερμείας, σ. 257.
[15]. Βλ. Ελλάδα Ιστορία Πολιτισμός, Δ΄ τόμος, Βυζάντιο, Οι Επιστήμες στο Βυζάντιο, Θεόδωρος Κορρές, Εκδόσεις Παγκόσμια Σύγχρονη Παιδεία – Μαλλιάρης, σ. 172.
[16]. Βλ. Χέρμπερτ Χούνγκερ, Βυζαντινή Λογοτεχνία, Τόμος Α΄, Εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, σ. 268.
[17]. Βλ. Χρίστου Κρικώνη, Ιωάννης Δούκας Βατάτζης – Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης, Θεολ. & Εκκλ. Περιοδικόν Γρηγόριος ο Παλαμάς, Τεύχος 851 Οκτ-Δεκ 2015, Όργανον της Ι. Μ. Θεσ/νίκης, σσ. 7-8.
[18]. Βλ. Γουίλλιαμ Μίλλερ, Η ιστορία της Νικαίας και η ανάκτησις της Κωνσταντινουπόλεως, Εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις, σ. 39.
[19]. Βλ. Ιωάννου Β. Παπαδοπούλου, Θεόδωρος Β΄ ο Λάσκαρης Αυτοκράτωρ της Νικαίας, Εκδόσεις ¨Πανελληνίου Κράτους¨ Εν Αθήναις 1909, σ. 93.
[20]. Βλ. Απόστολου Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Θεσσαλονίκη 1974, σσ. 78-79.
[21]. Βλ. Στο ίδιο, σσ. 81-82.
[22]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 82.
[23]. Βλ. Χρίστου Θ. Κρικώνη, Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως, Ό.π., σ. 28.
[24]. Βλ. Νικηφόρου Γρηγορά, Ρωμαϊκή Ιστορία, Εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη, σ. 86.
[25]. Βλ. Φωτίου Δημητρακόπουλου, Ό.π., σ. 49.
[26]. Βλ. Αρχιμ. Αγαπίου Δρίτσα, Νύμφαιον-Νυμφαίον-Νύφιο ή Νυφιό, Ομιλία στις εορταστικές εκδηλώσεις της Ι.Μ. Διδυμοτείχου «Βατάτζεια 2014».

