ΤΟ ΠΥΘΙΟ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

Facebooktwitter

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΜΠΟΥΚΗ

Το Κάστρο του Πυθίου

Το βυζαντινό Εμπύθιον κατελήφθη από τους τούρκους το 1361 μ.Χ. και έζησε υπόδουλο για 559 έτη, μέχρι το 1920. Το αρχικό του όνομα ήταν Ιλμπεγκί Μπεργκουζού,προς τιμήν του μεγάλου μη Οθωμανού πολέμαρχου, που χρησιμοποιώντας το κάστρο του Πυθίου ως βάση του κατέκτησε το Διδυμότειχο, ενώ αργότερα ήταν ο νικητής στη μεγάλη μάχη του Έβρου ή του Τζερνομιάνου. Στη συνέχεια το χωριό έγινε γνωστό ως Εγκρί Μπυργκός και αργότερα μετονομάστηκε σε Κούλελι Μπουργκάζ (Kuleli Burgas,Kuleli Birgos), συνδυασμός των δυο λέξεων τουρκικής προέλευσης : Κούλελι (άλλως Κουλάς ή Καλές που σημαίνουν Ακρόπολη, κάστρο) και Μπουργκάζ (σημαίνει Πύργος). Άρα οι δυο λέξεις μαζί σημαίνουν τον Πύργο που είναι κτισμένος πάνω στην Ακρόπολη ή πάνω στο κάστρο, δηλαδή το πυργόκαστρο.

Την περίοδο 1878–1912 από Διοικητική άποψη αποτελούσε έδρα Ναχίας, υπαγόταν στον Kαζά Διδυμοτείχου και αυτός στο Σαντζάκι Aδριανούπολης. Η υψηλή Διοικητική θέση που κατείχε δικαιολογεί την παρουσία του Χότζα και του μουσουλμανικού Τεμένους (Τζαμιού) που βρισκόταν στον λεγόμενο τουρκομαχαλά και έπεσε περίπου το 1910 -1920. Υπάρχει μια έγχρωμη φωτογραφία με τζαμί του 1890 και είναι σε κάρτα που εστάλη από το Πύθιο πιθανόν στην Αδριανούπολη. Η τοποθεσία αυτή του τζαμιού εμφανίζεται ως πιθανή για το Πύθιο, αφού απέναντι διακρίνεται ένας γήλοφος σαν κι αυτόν όπου βρίσκεται ο Πύργος του Πυθίου. Βέβαια η αρχιτεκτονική των σπιτιών (διώροφα,ίσως και τριώροφα όμορφα σπίτια), τα οικοδομικά υλικά,τα μεταλλικά αντικείμενα, οι υδρορροές και άλλα ίσως παραπέμπουν σε κωμόπολη παρά σε χωριό. Πάντως η άρση των όποιων επιφυλάξεων θα είναι απόρροια μίας πλήρους και τεκμηριωμένης ιστορικής έρευνας του θέματος.

Το Πύθιο από τον 19ο αιώνα είχε μεικτό πληθυσμό, χριστιανικό και μουσουλμανικό. Σύμφωνα με την Ανατολική Επιθεώρηση των Αθηνών για την Μητρόπολη Διδυμοτείχου κατά το έτος 1883 ο χριστιανικός πληθυσμός του Κουλελί Βουργάζ ήταν 95 οικογένειες και 30 μαθητές. Στο Πύθιο λειτούργησε σχολείο για παιδιά Μουσουλμάνων και παιδιά χριστιανών. Το δεύτερο, κατά την παράδοση, είχε ιδρυθεί το 1815, ενώ το 1887 ανεγέρθη διδακτήριο κοντά στο ναό του χωριού. Πριν την απελευθέρωση του Πυθίου το 1920 λειτουργούσε Τουρκικό σχολείο με δασκάλους και οι μαθητές-μαθήτριες του Πυθίου διδάσκονταν την τουρκική γλώσσα. Στην έντονη παρουσία τούρκων στο Πύθιο οφείλονταν οι χρησιμοποιούμενες τουρκικές λέξεις και όλα τα τουρκικά τοπωνύμια που εσχάτως αντικαταστάθηκαν από ελληνικά, π.χ. Αντάς, καρτάλ-τεπέ, κουμ-τεπέ, μαντά-γερί, ντεβέ-κονάκ, σεϋμέν-μπαΐρ, τσιατάλ-ντερέ.

Παλαιά συνήθεια των Πυθιωτών ήταν να κρεμούν φυλαχτά στα ζώα, όχι μόνο για να προλάβουν απλώς το λεγόμενο «μάτιασμα», αλλά και για την ασθένεια. Επί της εποχής του μητροπολίτη Μεθοδίου (1898-96) υπήρχε στο Κουλελί-Βουργάζ (Πύθιον) τούρκος «χότζας», εξορκιστής που ανεγίγνωσκε δηλ. ευχές επί των ασθενούντων ζώων των τούρκων και χριστιανών χωρικών και έκανε «νουσκάδες» περίαπτα ή φυλακτά που κρεμούσε στο λαιμό των ζώων προς θεραπεία ή αποτροπή των ασθενειών.

Οι θεσπισμένες με το «Τανζιμάτ» μεταρρυθμίσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που επέφεραν Ισονομία-Ισοπολιτεία Υπηκόων και θεσμοθέτησαν την συμμετοχή μέσω τοπικών Εκκλησιών στα Διοικητικά-Δικαστικά Όργανα διευκόλυναν την δυνατότητα ίδρυσης Εκκλησίας και τα εγκαίνια Εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου Πυθίου τον Σεπτέμβριο 1857, σύμφωνα με την πλάκα την εντοιχισμένη στη νότια πλευρά του Ναού. Στην ΒΔ πλευρά του οικισμού βρίσκονταν τα νεκροταφεία μουσουλμάνων και στην δυτική τα νεκροταφεία χριστιανών.

Οι τούρκοι του Πυθίου είχαν χωράφια, αγελάδες, βουβάλια, βόδια, ακόμη ήταν έμποροι, π.χ. πωλούσαν ζάχαρη, καπνό, έκαναν παρέα με χριστιανούς. Υπήρχε τουρκική φρουρά-ομάδα στρατιωτών και συνήθως,σύμφωνα με την Προφορική παράδοση, τούρκοι διοικητές έβαλαν στο μάτι όμορφες πυθιώτισσες και προσπάθησαν να τις απαγάγουν, όπως συνέβη στο Πύθιο με μια κοπέλα περίπου το 1919 που την έκρυψαν οι συγγενείς της πίσω από τα κοφίνια της αποθήκης και έτσι σώθηκε από τον τούρκο λοχαγό. Εξάλλου από τέτοιες πραγματικές ιστορικές αναφορές προέκυψαν σημερινά τραγούδια, όπως το «ένα τουρκόπουλο μια ρουμιοπούλα αγάπησε». Και βέβαια ορισμένοι τούρκοι διέμειναν στο Πύθιο για αρκετά χρόνια και μετά την απελευθέρωση του Πυθίου το 1920.

Στο οδικό δίκτυο και στις αρτηρίες του, καθώς και στο ποτάμιο δίκτυο δεν υπήρχε ασφάλεια λόγω της ληστείας, της έλλειψης αισθήματος ασφαλείας στο εμπόριο.Για παράδειγμα, κινδύνευαν όσες άμαξες κυκλοφορούσαν κατάφορτες με εμπορεύματα, κατευθυνόμενες σε σταθμούς ή σε ποτάμιες σκάλες προς φόρτωση ή εκφόρτωση των εμπορευμάτων· εκτός τούτων καραβάνια καμήλων, ίππων και ημιόνων με φορτία εμπορευμάτων που διέσχιζαν τις παρόδους των μεγάλων αρτηριών από το Πύθιο και από κάθε χωριό προς το Διδυμότειχο και την Αδριανούπολη έπεφταν θύματα ληστών. Οι έμποροι με τα αμάξια τους μετέφεραν «επί χρήμασιν» τα εμπορεύματα από τα χωριά είτε στον σταθμό των τρένων του Πυθίου είτε στις κοντινές κωμοπόλεις. Μόνο μετά το 1890 και μέχρι το 1912 οι χριστιανοί της μέσης πεδιάδας του Έβρου έζησαν ειρηνική ζωή.

Ο 18ος αι. ήταν δυσβάστακτος για τους υπόδουλους χριστιανούς που υπέκειντο στις διαθέσεις των ασύδοτων ντόπιων τούρκων αρχόντων οι οποίοι συχνά κατηγορούνταν για κατάχρηση χρηματικών ποσών. Τότε αυξάνεται στην πεδιάδα του Έβρου η μεγάλη κληρονομική έγγεια περιουσία εις βάρος των μικρών καλλιεργητών και δημιουργούνται μεγάλα τσιφλίκια στην περιοχή Πυθίου (Κουλελή-Βουργάς τσιφλίκ), Ασημενίου (Σεϋμέν τσιφλίκ), Ισαακίου (Ισάκ Πασά τσιφλίκ) και αλλού.

Μεταξύ των καλλιεργούμενων ειδών ήταν το σιτάρι,το κριθάρι,η βρώμη,το καλαμπόκι,το σουσάμι, η σίκαλη, το βαμβάκι, το κρεμμύδι, το σκόρδο, το μποστάνι, κ.α..Υπήρχαν εκτάσεις με ποικίλα οπωροφόρα δένδρα, αμπελώνες με επιτραπέζιο σταφύλι και αφθονούσαν οι οικογενειακοί κήποι, η δε κτηνοτροφία επαρκούσε για τις ανάγκες των κατοίκων.

Όσον αφορά στους διωγμούς που σχετίζονται με το Πύθιο υπάρχουν δυο σημαντικοί χρονικοί σταθμοί, το 1821 και το 1914. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, το όνομα του οικουμενικού Πατριάρχη Κυρίλλου ΣΤ´ συμπεριελήφθη στο διάταγμα του Σουλτάνου με το οποίο δινόταν η εντολή να εκτελεστούν περί τους 30 Ιερωμένους και Προύχοντες της Αδριανούπολης. Το φιρμάνι τον κατηγορούσε ότι είχε αναμιχθεί στην επανάσταση και έτσι στις 18 Απριλίου 1821 έλαβε χώρα ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Κυρίλλου ΣΤ, το κρέμασμά του από τα σιδερένια κάγκελα ενός παραθύρου του κτιρίου της Μητρόπολης της Αδριανούπολης και μετά από τρεις ημέρες το ρίξιμο του σώματός του στον Έβρο ποταμό, οπότε το σώμα σταμάτησε στις ρίζες ενός παραποτάμιου δένδρου στο Πύθιο όπου το είδε ο Χρήστος Αργυρίου, εργάτης στα κτήματα του τούρκου αφεντικού του, προσποιήθηκε αρχικά τον αδιάφορο και την νύχτα με τον φόβο της ζωής του το μετέφερε στο σπίτι του στο Πύθιο και το έθαψε.

Ο δεύτερος σημαντικός χρονικός σταθμός του Πυθίου είναι το 1914, έτος κορύφωσης των Τουρκικών διωγμών εναντίον των Θρακών. Τότε οι Nεότουρκοι εξανάγκασαν τους Πυθιώτες και τους Θράκες πολλών χωριών Δυτικής και Ανατολικής Θράκης να εγκαταλείψουν τις εστίες τους εφαρμόζοντας συμπεριφορά γενοκτονίας περιλαμβάνουσα : βίαια μέσα, εμπορικό αποκλεισμό, βαριά φορολογία, λεηλασίες περιουσιών, τρομοκρατικές και δολοφονικές επιθέσεις, υποχρεωτική στράτευση, ατιμώσεις, ομαδικές σφαγές, εκτοπισμούς καταναγκαστική εργασία (τάγματα εργασίας). Οι διωκόμενοι, όντας αλλόφρονες, έτρεχαν να πωλήσουν τα χρυσαφικά τους πριν τα κλέψουν οι Τούρκοι, όπως λίρες, φλουριά, ρολόγια, διαμαντικά. Τούρκοι κομητατζήδες προσκαλούσαν τους Έλληνες Προύχοντες και τους έλεγαν ότι θα τους διώξουν από την πατρίδα απαιτώντας ταυτόχρονα λίρες. Όλοι εγκατέλειπαν σπίτια γεμάτα από ρακιά, κρασιά, καζάνια, πρόβατα, αγελάδες, αμπέλια ατρύγητα, αμπάρια με διάφορα προϊόντα. Δυο και τρεις γείτονες μαζί έπαιρναν ένα αμάξι και έβαζαν πάνω ρούχα και φαγητά, οπότε οι γριές και τα μωρά παιδιά έπρεπε να περπατούν, διότι ποιος να πρωτοκαθήσει πάνω στον αραμπά; Από όποιο χωριό περνούσαν τους κορόιδευαν οι οθωμανοί, τα ρούχα τους πωλούσαν για να αποκτήσουν χρήματα και να αγοράσουν ψωμί, αφού το αλεύρι ήταν δυσεύρετο, πολλοί δε απέθνησκαν στους δρόμους από την πείνα.

Η εμπόλεμη κατάσταση έδιδε στους Τούρκους την δικαιολογία των εκτοπίσεων των Εβριτών και πολλοί κάτοικοι της περιοχής αποφεύγοντας την υποχρεωτική θητεία στον Τουρκικό στρατό γίνονταν φυγόστρατοι με αποτέλεσμα την εξορία των οικογενειών τους από τους Τούρκους και τη δήμευση της περιουσίας τους. Άλλοι εκτοπίζονταν με τη δικαιολογία της αναγκαίας εκκένωσης περιοχών ευρισκόμενων εγγύς της εμπόλεμης ζώνης. Γι’αυτό πολλοί Πυθιώτες κατέφυγαν στη νήσο Εύβοια, όπως οι οικογένειες του παππού μου και της γιαγιάς μου, ή στη νήσο Κύθηρα,νότια της Πελοποννήσου, και έτσι από τη βορειότερη άκρη της Ελλάδας βρέθηκαν στη νοτιότερη !!! Το 1914 περίπου 90 οικογένειες κατοίκων του οικισμού του Πυθίου εκτοπίστηκαν από τους Τούρκους.

Μάρτυρες και αδιάσειστα ντοκουμέντα του διωγμού των Πυθιωτών, άλλως των κατοίκων του «Κουλελή Βουργά», και της παρουσίας τους στα Κύθηρα αποτελούν τόσο οι φωτογραφίες του Πυθίου όσο και οι βαπτίσεις των παιδιών των Πυθιωτών!! Μία φωτογραφία του Πυθίου με χρονολογία 29-8-1918, τραβηγμένη ένα αυγουστιάτικο απόγευμα, πιθανότατα από Γερμανό αξιωματικό, με προσανατολισμό από το νότο προς το βοριά, από την κάτω Πλατεία προς τον Πύργο, με τη σκιά στα ανατολικά του Πύργου και των οικιών «μιλάει» και προβάλλει ένα κατερειπωμένο χωριό και την παντελή απουσία ανθρώπινης ζωής!

ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

─ Θρακικός ηλεκτρονικός θησαυρός, Ιστορία,xanthi. ilsp. gr / thraki

─ Θράκη Ελλάδα μου, Ελλάδα Πατρίδα μου,η πορεία της Θράκης στην Ιστορία από τους Προϊστορικούς Χρόνους μέχρι σήμερα, Συντακτική Επιτροπή ΕΒΕΑ, 1994.

─ Σαρσάκης Α. Ιωάννης, Ο Πάμμεγας Σκηπτούχος Άγιος Ιωάννης Βατάτζης ο εκ Διδυμοτείχου, Ιστορική Μελέτη, Έκδοση iWrite, 2019

─ Γουρίδης Ι.Α., Διδυμότειχο, μία άγνωστη πρωτεύουσα, Κομοτηνή 2006

─ Γουρίδης Ι.Α., Τα κρυμμένα πρόσωπα του Ιανού, Διδυμότειχο, μία αέναη περιπλάνηση, Διδυμότειχο, 2018

Facebooktwitter
Facebooktwitter

Copyright © 2016 http://kastropolites.com/. All Rights Reserved

Facebooktwitter